Ένα απόγευμα στην Έγκωμη με τον Γιώργο Σεφέρη

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΚΛΕΟΠΑΣ. Ένας Κύπριος φοιτητής της Νομικής, βρισκόταν ταχτικά κάτω από το παράθυρο της γιαγιάς Αγλαϊας, μαζί με το συμφοιτητή του Γιώργο Σεφέρη, και της κάνανε καντάδες. Ήταν ο παππούς μου Ευριπίδης Λουκαϊδης, πατέρας της μητέρας μου Ελένης. Η εμπλοκή του Σεφέρη στα του δράματος πρόσωπα, ανταμείφθηκε αργότερα πλουσιοπάροχα. Χάρη στην εύνοια της τύχης, ο νομπελίστας ποιητής φιλοξενήθηκε στην Αμμόχωστο από τον θείο μου Ευάγγελο Λουίζο, έναν αρχοντάνθρωπο του πνεύματος, χαρακτηρισμένο και ως «αριστοκράτη της διανόησης». Στο σπίτι του Λουίζου ο Σεφέρης συνέθεσε την περιώνυμη συλλογή του «Κύπρον ου μ’ εθέσπισεν», που αργότερα -δυστυχώς- τη μετονόμασε σε «Ημερολόγιο καταστρώματος Γ΄».
Ένα απόγευμα στην Έγκωμη (αφηγείται ο Ευάγγελος Λουίζος):hist_052b

«Από μέρες μου ‘χε πει να πάμε στην Έγκωμη που έκανε ανασκαφές ο Γάλλος καθηγητής Κλωντ Σεφέρ. Εκείνο το απόγευμα λοιπόν, ξεκινήσαμε νωρίς για να πάμε στην Έγκωμη. Μόλις περάσαμε το χωριό κι αρχίσαμε να κατηφορίζουμε το ύψωμα που δεσπόζει στην ανατολική πλευρά του χώρου των ανασκαφών, είδαμε τους ανθρώπους να σκάβουν. Το αυτοκίνητό μας, σταμάτησε κάπου στη μεριά του δρόμου, κι ο Γιώργος (Σεφέρης) τράβηξε κατά τη σκηνή που είχε στήσει ο Σεφέρ. Η Μαρώ κι εγώ, ακολουθούσαμε πολύ πιο πίσω, βραδυπορώντας. Κι όταν ο Γιώργος άρχισε την κουβέντα με τον καθηγητή, εμείς τραβήξαμε προς τους ανθρώπους που σκάβανε και βλέπαμε τα χαλάσματα. Ήταν χωρισμένοι σε δυο συνεργεία. Ένα, από άντρες γεροδεμένους Εγκωμίτες που σκάβανε, κι ένα από γυναίκες της Έγκωμης, που φτυαρίζανε. Για μια στιγμή προσέξαμε ένα ζευγάρι ωραίες γάμπες από πίσω, που φτυαρίζανε σκυμμένες, κι αλληλοκοιταχτήκαμε με την Μαρώ, και χωρίς να μιλήσουμε ή να συνεννοηθούμε, κάναμε ένα μεγάλο γύρο για να την ειδούμε κι από μπροστά. Τη στιγμή που φτάσαμε μπροστά της, αυτή ανασηκώθηκε να πάρει ανάσα από το φτυάρισμα, και είδαμε στο ανασήκωμά της όλη την ομορφιά και το παράστημά της. Στο μεταξύ ο Γιώργος είχε πιάσει ψιλοκουβέντα με τον Σεφέρ και άλλους αρχαιολόγους, κι ερχότανε προς το μέρος μας. Τότε η Μαρώ κι εγώ κατεβήκαμε να τους συναντήσουμε και αφού γίναν οι αναγκαίες συστάσεις, τράβηξα τον Γιώργο με τρόπο, και ξαναπήγαμε μαζί, από εκεί που πρωτοείδα την Εγκωμίτισα από πίσω, χωρίς να πω τίποτα. Όταν φτάσαμε στο σημείο περίπου που είχαμε σταθεί με τη Μαρώ, σταμάτησα ν’ ανάψω τσιγάρο, και είδα τον Γιώργο να προσέχει την Εγκωμίτισα με τις ωραίες γάμπες, που φτυάριζε. Στάθηκε για λίγη ώρα κοιτάζοντας, και μετά ξεκίνησε μονάχος κι έκανε τον ίδιο γύρο που είχαμε κάνει προηγουμένως οι δυό μας με τη Μαρώ, για να την δει από μπροστά. Εγώ είχα μείνει στη θέση μου καπνίζοντας, και παρακολουθούσα το Γιώργο, σκουντουφλώντας τις πέτρες, να κάνει το γύρο του. Όταν έφτασε μπροστά της, η κοπέλα ανασηκώθηκε για να πάρει ανάσα, όπως και προηγουμένως, και τότε είδα τον Γιώργο, πώς την κοίταξε. Στάθηκε κάμπωση ώρα εκεί, συλλογισμένος και κοιτώντας.. Κι ύστερα γύρισε προς τους ανθρώπους, ξανάκανε μια βόλτα ακόμα, στάθηκε, κοίταξε κατά τα βουνά στη Δύση, και γύρισε κοντά μας αμίλητος. Αποχαιρετήσαμε τους αρχαιολόγους και μπήκαμε στο αυτοκίνητο να γυρίσουμε πίσω. Πολλές βδομάδες αργότερα, όταν είχε πια γυρίσει στο πόστο του στη Βηρυτό, κι άρχισε να μου στέλνει δακτυλογραφημένα τα ποιήματα της συλλογής «Κύπρον ου μ’ εθέσπισεν», τη «Σαλαμίνα της Κύπρος», τις «τρεις μούλες», και άλλα, σ’ ένα γράμμα μου, που του ‘γραψα, πέταξα μια κουβέντα. «Για την Έγκωμη ακόμα τίποτε;» Κι η απάντηση ήρθε με τ’ άλλο ταχυδρομείο. «Η Έγκωμη, είναι μεγάλη υπόθεση!»..

Το καλοκαίρι του 1967, ταξιδεύαμε για την Κύπρο με τους γονείς μου, την θεία Κλειώ Χατζηκώστα και τον Ευάγγελο Λουίζο, με το Ε/Γ «Απολλωνία». Έτσι, συνταξιδέψαμε και με τον ποιητή Νίκο Καββαδία ή Κόλια, που εργαζόταν ασυρματιστής σ’ αυτό το πλοίο και ήταν φίλοι με τον θείο Ευάγγελο. Το ίδιο εκείνο καλοκαίρι, στο σπίτι της Αμμοχώστου, «το σπίτι που έγινε φυτό», φιλοξενήθηκε ο Οδυσσέας Ελύτης, όπου αφοσιώθηκε στην επεξεργασία των ποιητικών του συνθέσεων «το Μονόγραμμα», τη «Μαρία Νεφέλη», και «το δέντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά».

Να σημειώσω, ότι ο Ευάγγελος Λουίζος μαζί με τον Οδυσσέα Ελύτη, υπηρέτησαν τη στρατιωτική τους θητεία, στο Παλαιό Φρούριο της Κέρκυρας. Εκεί γνώρισαν και έκαναν παρέα με τον Κερκυραίο λόγιο και δημοσιογράφο Κώστα Δαφνή.

Ο Ευάγγελος Λουίζος ήταν υπερήφανος και ενδιαφερόταν πολύ για την επτανησιακή καταγωγή του. Έτσι οι έρευνές του στη Βενετία και στα αρχεία της Κέρκυρας, έφεραν στο φως την αλληλογραφία του προγόνου του Παναγή Αγγελάτου από την Άσσο της Κεφαλονιάς, πρόξενο της Επτανήσου Πολιτείας στην Κύπρο, με τον Τούρκο Δραγουμάνο, καθώς και με τον Γραμματέα της Επτανήσου Πολιτείας, Κόμη Καποδίστρια.

Ο Ευάγγελος Λουίζος είναι ο ήρωας στο έργο πολλών Ελλήνων λογοτεχνών. Ο Α. Καραντώνης τον αποκαλεί «Κύπριο πατριώτη, συνειδητό Έλληνα. Ο Αριστείδης Κουδουνάρης λέει ότι ο Ευάγγελος Λουϊζος είναι ο ηγέτης της Κύπρου, χωρίς να έχει κανένα αξίωμα για να το κάνει αυτό. Στο ημιτελές μυθιστόρημα του Γ. Σεφέρη Βαρνάβας Καλοστέφανος, πρωταγωνιστής είναι ο Ευάγγελος Λουϊζος. Αναφέρεται επίσης στα Τετράδια Ημερολογίου του Γιώργου Θεοτοκά, ενώ πρωταγωνιστεί και στην Ιερά Οδό του Γ. Θεοτοκά, καθώς ο άνθρωπος με το ταξί που πάει για να καταταγεί στο μέτωπο, δεν είναι άλλος από τον Ευάγγελο Λουϊζο. Στο ποίημα του Γ. Σεφέρη Έγκωμη, είχε άμεση συμμετοχή, όπως άλλωστε γίνεται φανερό από την αλληλογραφία τους. Ανέκδοτα ποιήματα του Οδυσσέα Ελύτη, αφιερωμένα στον Ευάγγελο. Προς τον Ευάγγελον Λουϊζον ευρισκόμενον εν Αμμοχώστω… Για να μην αναφερθώ στο έργο νεότερων συγγραφέων όπως η Νίκη Μαραγκού. Κατά τον Γιώργο Ευστρατιάδη, ο Ευάγγελος Λουϊζος, είναι ο ευγενής ευπατρίδης και ελληνολάτρης, που δεν υπήρξε ούτε ποιητής, ούτε συγγραφέας ούτε καν ερευνητής. Ήταν ο αρχοντάνθρωπος του πνεύματος, ο αριστοκράτης της διανόησης.

Подробнее

Έγκωμη – Σαλαμίνα – Αμμόχωστος: 16ος αιώνας π.Χ. – 16ος αιώνας μ.Χ.

ΤΟ 1372, ο νεαρός Πέτρος Β΄, όπως και ο πατέρας του πριν απ’ αυτόν, μετά τη στέψη του ως βασιλιά της Κύπρου στον καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας στη Λευκωσία, ήρθε στον καθεδρικό του Αγίου Νικολάου της Αμμοχώστου για τη δεύτερη στέψη του ως βασιλιά της Ιερουσαλήμ (από το 1269 το στέμμα του βασιλείου της Ιερουσαλήμ περιήλθε στον οίκο των Λουζινιανών της Κύπρου, βέβαια κατ’ όνομα μόνο). Κατά την έξοδο από τον καθεδρικό οι αντιπρόσωποι της ενετικής και γενουατικής κοινότητας οδηγούσαν τον βασιλιά έφιππο στο παλάτι, κρατώντας τα χαλινάρια του αλόγου του. Αυτή τη φορά όμως και οι δύο ήθελαν το δεξί χαλινάρι. Έγινε η πρώτη σύγκρουση και το βράδυ ξέσπασαν βιαιοπραγίες, καθώς οι ντόπιοι που συμπαθούσαν τους Ενετούς, σκότωσαν Γενουάτες και λεηλάτησαν τις περιουσίες τους. Η Γένουα έστειλε τότε το στόλο της και αιχμαλώτισε στο κάστρο της Αμμοχώστου το νεαρό βασιλιά και τη μητέρα του, Ελεονόρα της Ακολούθησε η κατάληψη της πρωτεύουσας Λευκωσίας και τον επόμενο χρόνο, το 1374, υπογράφτηκε μια ατιμωτική ειρήνη, που υποχρέωνε τους Λουζινιανούς να καταβάλουν βαριές αποζημιώσεις. Επιπλέον, οι Γενουάτες κράτησαν την Αμμόχωστο υπό ομηρία. Η πόλη παρέμεινε υπό γενουατική κατοχή για τα επόμενα 90 χρόνια (1374 – 1464). Από αυτή τη στιγμή η ιστορία του μεσαιωνικού βασιλείου της Κύπρου είναι μια αλληλουχία από κακουχίες και ήττες, που, μετά το θάνατο του Ιωάννη Β΄ το 1456, κατέληξε σε εμφύλιο σπαραγμό.

ΚΑΡΛΟΤΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΙΑΚΩΒΟΥ
Ο βασιλιάς Ιωάννης Β΄ απέκτησε από την Ελληνίδα σύζυγο του, Ελένη Παλαιολογίνα, μια κόρη, την Καρλότα, και από την ερωμένη του, Μαριέττα της Πάτρας (la camarde ή Κοψομούττενα), ένα γιο, τον θρυλικό και αμείλικτο Ιάκωβο τον Μπάσταρδο. Η νόμιμη διάδοχος και ο ετεροθαλής αδελφός συγκρούστηκαν σε έναν ανηλεή πόλεμο μέχρις εσχάτων για τη διαδοχή. Κέρδισε ο Μπάσταρδος, ο οποίος βασίλεψε ως Ιάκωβος Β΄. Σε αυτόν οφείλεται η ανακατάληψη της Αμμοχώστου, έπειτα από τέσσερα χρόνια αποκλεισμού (1460 – 64) των Γενουατών. Ξέρουμε το κάθε τι γι′ αυτόν τον μακιαβελικό ηγεμόνα, από τον Γαλλοκύπριο χρονογράφο Γεώργιο Βουστρώνιο, ο οποίος, αν και ήταν πιστότατος φίλος και ακόλουθος του «Ζάκο», περιέγραψε αμερόληπτα τη σκληρότητα, τις βιαιοπραγίες αλλά και τα κατορθώματα της χαρισματικής προσωπικότητας του τελευταίου βασιλιά της Κύπρου.

ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΚΟΡΝΑΡΟ
Η Αμμόχωστος είδε το 1472 να τελούνται στον καθεδρικό του Αγίου Νικολάου οι γάμοι του Ιάκωβου με τη δεκαοκτάχρονη – Αικατερίνη – Κορνάρο, την υιοθετημένη κόρη της Γαληνότατης Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου. Είδε όμως πριν περάσει ένας χρόνος και το θάνατο του. Πέθανε στο παλάτι της Αμμοχώστου στα 33 του χρόνια, πριν γεννηθεί ο γιος του, που κι αυτός πέθανε λίγο μετά τη βάφτιση του. Στη σαρκοφάγο του, που τοποθετήθηκε μέσα στον Αγιο Νικόλαο, υπήρχε η ακόλουθη επιγραφή (ελεύθερη μετάφραση): «Δόξα στον Ιάκωβο το Λουζινιανό, το βασιλιά των Ιεροσολύμων, της Κύπρου και της Αρμενίας, για τα ευγενικά του κατορθώματα και το θρίαμβο του κατά των εχθρών. Διεκδικώντας τις τιμές που του αρνήθηκαν, αυτός ο νέος καίσαρας εισέβαλε και κατέλαβε το βασίλειο της Κύπρου, υπέταξε τον Αμεγούσθο, συμπαρατάχθηκε με την ενετική δύναμη και ενώθηκε σε γάμο με την κόρη της Βενετίας, Κατερίνα, όμοια θεάς σε ομορφιά. Σεβαστός, σοφός, μεγαλόκαρδος πρίγκιπας, που ξεπερνούσε τους πάντες στα όπλα και στον πόλεμο. Άγριος θάνατος τον κτύπησε στις 6 Ιουλίου 1473, στο 13ο έτος της βασιλείας του, στα 33 χρόνια της ζωής του, και σκότωσε στο λίκνο του το γιο του που γεννήθηκε μετά θάνατον. Η Κατερίνα η Ενετή, η βασίλισσα σύζυγος του, ανήγειρε αυτό το μνημείο. Ο δούλος του θεού Φραγκίσκος, Επίσκοπος Αμμοχώστου, συνέταξε αυτό τον επιτάφιο». Έτσι, το 1474, στα 19 της χρόνια, η Κατερίνα Κορνάρο γίνεται η βασίλισσα της Κύπρου. Ζώντας ως επί το πλείστον στο βασιλικό παλάτι της Αμμοχώστου αντιμετώπισε – με τη βοήθεια του ενετικού στόλου – στάσεις, προδοσίες, αιχμαλωσίες. Πάντως βασίλεψε για 15 χρόνια πριν αναγκαστεί να παραδώσει το βασίλειο της για να διακυβερνηθεί από τη Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου. Η τελετή της μεταβίβασης της εξουσίας έγινε στις 26 Φεβρουαρίου 1489 μέσα στον καθεδρικό ναό του Αγίου Νικολάου.

ΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ (1489-1571)
Όταν οι Ενετοί ανέλαβαν τη διοίκηση της Κύπρου στο τέλος του 15ου αι. ήξεραν ότι επρόκειτο να την κρατήσουν με τα δόντια από τους Τούρκους. Η Βενετία, εξαιτίας των υπερπόντιων κτήσεων της στη Μεσόγειο και ειδικά στο Αιγαίο, ήταν η κατ’ εξοχήν ευρωπαϊκή δύναμη που ανέλαβε, μετά την άλωση της Πόλης, να αναχαιτίσει την τουρκική επέλαση στη Μεσόγειο. Στα ογδόντα μόλις χρόνια που κατάφερε να κρατήσει την Κύπρο, το νησί έγινε για άλλη μια φορά το ανατολικότερο προπύργιο της αντίστασης του Χριστιανισμού.

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Τα τείχη της Αμμοχώστου, όπως τα βλέπουμε σήμερα, είναι δείγμα αναγεννησιακής αμυντικής αρχιτεκτονικής του 16ου αι. Είναι από πέτρα μόνο και έχουν πάχος από 4 – 6 μέτρα. Οι τάφροι ολόγυρα είναι αποτέλεσμα προσεκτικής λατόμευσης. Σε γραπτή αναφορά του μηχανικού Αλκάνιο Σούρνουνε προς τη σινιορία της Βενετίας το 1562, τονίζεται η κακή κατάσταση των στρογγυλών πύργων, οι οποίοι ήταν παλαιού φράγκικου τύπου και αδυνατούσαν να αντέξουν σε μια πολιορκία με κανόνια. Έτσι, οι Ενετοί μηχανικοί έκαναν σημαντικές μετατροπές, ιδιαίτερα στους προμαχώνες, για να αντέξουν στις νέες μεθόδους πολιορκίας με κανονιοβολισμό. Η αναπαλαίωση των προμαχώνων είναι σε μεγάλο βαθμό έργο του νεαρού μηχανικού Giovanni Girolamo Sanmicheli, ο οποίος αρρώστησε και πέθανε στην ανθυγιεινή πόλη της Αμμοχώστου κατά τη διάρκεια της αποστολής του. Το κάστρο του λιμανιού, που είναι και το αρχαιότερο σημείο της μεσαιωνικής πόλης, είχε τη δική ξεχωριστή τάφρο, ώστε να μπορεί να απομονώνει την πόλη από το λιμάνι. Σε αυτό τον πύργο τοποθέτησε ο Σαίξπηρ την τραγωδία του Οθέλλου του Μόρο, του μελαμψού Ενετού διοικητή της Αμμοχώστου. Νότια της Πύλης της Θάλασσας (χρονολογείται από το 1496), και ξεχωριστά από το εμπορικό λιμάνι, ήταν ο ναύσταθμος και το ναυπηγείο. Μπροστά από τον πύργο της Πύλης της Ξηράς χτίστηκε – για να προστατεύσει την κύρια είσοδο της πόλης – ο μνημειώδης προμαχώνας του Τοξότη (36 πόδια ύψος), ο οποίος δέχτηκε όλο το βάρος της τουρκικής πολιορκίας του 1570 – 71. Απέναντι από τον Τοξότη (Ραμπελέν) και σε όλο το μήκος της νότιας πλευράς των τειχών, μέχρι τον προμαχώνα του Ναυστάθμου (Αρσενάλε), στήθηκαν τα τουρκικά κανόνια. Η νότια ήταν πάντοτε η αδύνατη πλευρά των τειχών, σε αντίθεση με τη βόρεια, όπου ο τεράστιος προμαχώνας Μαρτινίκα έγινε τόσο ισχυρός, ώστε οι Τούρκοι σε όλη τη διάρκεια της πολιορκίας δεν διανοήθηκαν να του επιτεθούν.

Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ (1570-71)
Από την έναρξη της τουρκο-ενετικής σύρραξης στην Κύπρο το 1570, άρχισαν να τυπώνονται στην Ευρώπη – και ιδιαίτερα στη Βενετία – χάρτες της Κύπρου και πλάνα των υπό πολιορκία πόλεων, της Λευκωσίας και της Αμμοχώστου. Παράλληλα, κυκλοφορούσαν ειδικά πολεμικά δελτία, ως εφημερίδες, που ανατυπώνονταν σε διάφορες γλώσσες (Αγγλικά, Γαλλικά, Ιταλικά, Ισπανικά, Λατινικά) και έδιναν αναφορά για την εξέλιξη της πολιορκίας της Αμμοχώστου, που είχε αρχίσει στις 17 Σεπτεμβρίου 1570, δηλαδή ούτε δέκα μέρες μετά την κατάληψη της Λευκωσίας, αλλά κράτησε έως τον Αύγουστο του επόμενου έτους. Ήταν τυχερή η Αμμόχωστος. Δεν μπορούσαν να την είχαν υπερασπιστεί αξιότεροι άνδρες ούτε αν ήταν γέννημα και θρέμμα της. Στρατιωτικός διοικητής της Αμμοχώστου ήταν ο Μαρκαντώνιος Βραγαδίνος.
Τα τείχη της Αμμοχώστου που ξέρουμε σήμερα είναι αναγεννησιακή αμυντική αρχιτεκτονική του 16ου αι. Οι Ενετοί μηχανικοί πρόσεξαν ιδιαίτερα τα τείχη της πόλης και έκαναν σημαντικές μετατροπές ώστε ν’ αντέχουν στις πολιορκίες. «Famagusta»: άποψη της πόλης με ιδιαίτερη σημασία για τη μελέτη του οχυρωματικού συστήματος επί Ενετών, από το βιβλίο του Oliver Dapper, «Description exacte des isles de Γ Archipel», Amsterdam 1703. Συλλογές Πολιτιστικού Ιδρύματος Τραπέζης Κύπρου, Β. 5.
Από την πρωτογενή αναφορά του Νέστορα Μαρτινίκα, Ενετού ευγενή ο οποίος έζησε όλη την πολιορκία, πολέμησε, συνελήφθη αιχμάλωτος των Τούρκων, δραπέτευσε και επέστρεψε στη Βενετία το 1572, γνωρίζουμε με κάθε λεπτομέρεια πως ύστερα από έξι επιθέσεις των Τούρκων, που αποκρούστηκαν, δεν είχε μείνει στην πόλη ούτε νερό ούτε πολεμοφόδια για τους επιζώντες υπερασπιστές, οι οποίοι ζήτησαν από τον Βραγαδίνο να διαπραγματευθεί μια έντιμη συμφωνία παράδοσης της πόλης στον Μουσταφά Πασά. Στους ίδιους και στις οικογένειες τους θα επιτρεπόταν να μεταφερθούν με πλοία στην Κρήτη, ενώ οι ορθόδοξοι Έλληνες κάτοικοι θα έμεναν στην πόλη για να συνεχίσουν «ανενόχλητα» τη ζωή τους κάτω από οθωμανική διοίκηση.

ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΒΡΑΓΑΔΙΝΟΥ
Φυσικά ο Μουσταφάς υπέγραψε τη συνθήκη αυτή χωρίς δισταγμό και ακολούθησε η σφαγή και η αιχμαλωσία εκείνων που θεωρήθηκαν κατάλληλοι να υπηρετήσουν ως σκλάβοι.
«Οι Τούρκοι άπλωσαν όλο τους το στράτευμα κατά μήκος της παραλίας στην άλλη πλευρά, που εκτείνεται σε τρία μίλια από την πόλη προς τη θάλασσα…», γράφει το 1570 ο Βενετσιάνος Paolo Paruta για την πολιορκία της Αμμοχώστου από τους Τούρκους. Από το «Viaggio» των rosaker & Franco (Βενετία 1610), πλάνο της πόλης υπό πολιορκία το 1570 – 71, με τα τουρκικά στρατεύματα στρατοπεδευμένα έξω από τα τείχη. Συλλογές Πολιτιστικού Ιδρύματος Τραπέζης Κύπρου, C. 57.
Για τον Βραγαδίνο όμως, ο Μουσταφάς διάλεξε ένα ατελείωτο μαρτύριο, που ολοκληρώθηκε με το γδάρσιμό του. Στην ιστορική μνήμη του κυπριακού Ελληνισμού, ο υπερασπιστής της Αμμοχώστου, ο Μαρκαντώνιος Βραγαδίνος, είναι ένας γνήσιος απόγονος του Τεύκρου, του Ενεσούλα, του Ευαγόρα Α΄.

Η ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ (1571-1879)
Από το 1571 που άρχισε η τουρκική κατοχή, κανένας Χριστιανός δεν επιτρεπόταν να ζήσει εντός των τειχών. Και στην αρχή κανένα χριστιανικό καράβι μπορούσε να προσεγγίσει το λιμάνι της. Έτσι, τον 17ο αι. ήταν πια μια έρημη πόλη που είχε γίνει λατομείο. Όταν το 18ο αι. οι Τούρκοι άρχισαν να επιτρέπουν την είσοδο στη μαρμαρωμένη πόλη, ο Giovanni Mariti, που την επισκέφτηκε γύρω στο 1760, μας περιγράφει στο βιβλίο του «Viaggi per l’ Isola di Cipro» (1769), ότι στο λιμάνι μόνο άδεια καράβια μπορούσαν να μπουν γιατί δεν είχε πια βάθος από την ακαθαρσία και την ιλύ που είχε εναποθέσει ο ποταμός. Είδε τα ερείπια του ναυπηγείου όπου κτίζονταν οι ενετικές γαλέρες και, κοντά στο βόρειο τείχος, το χυτήριο των κανονιών, ανέπαφο, με όλα τα σύνεργα αφημένα.
«Μετά την κατάληψη της Αμμοχώστου, οι πολίτες της έμειναν προς το παρόν στα σπίτια τους, αλλά πολλοί διώχθηκαν από τους Τούρκους που ήρθαν να πεζέψουν εκεί και κατόπι τα έκαμαν κατοχή», γράφει για την Αμμόχωστο ο Άγγελος Καλέπιο, αυτόπτης μάρτυρας της πολιορκίας της Λευκωσίας, που άκουσε για την Αμμόχωστο από συναιχμαλώτους του στην Κωνσταντινούπολη. Η κατάκτηση της Λευκωσίας και της Αμμοχώστου από τους Τούρκους στα 1570 – 71, μινιατούρα του Charles Magius, Παρίσι 1761 (Andreas and Judith Stylianou, «The History of the Cartography of Cyprus» Nicosia 1980. Publications of the Cyprus Reserach Centre, VIII σ. 246).

«Ποιος θα το πίστευε», γράφει, «τέτοια εγκατάλειψη, που μόνο 200 ψυχές ζουν μέσα στην πόλη. Τα αρχαία σπίτια συνεχώς πωλούνται και οι αγοραστές τα κατεδαφίζουν για να πάρουν την ξυλεία τους, αλλά απαγορεύεται αυστηρά να πάρουν τις πέτρες, γι′ αυτό και βλέπεις παντού βουνά από πέτρες». Αλλά ο Mariti κλείνει με το εξής σχόλιο: «Έξω από τα τείχη, νοτίως της Αμμοχώστου κατά μήκος της ακτής, υπάρχουν κήποι γεμάτοι λεμονόδεντρα και άλλα εσπεριδοειδή. Και κοντά στους κήπους είναι το χωριό Βαρόσια στο οποίο υπάρχουν ελληνικές, ορθόδοξες εκκλησίες». Διωγμένοι από την απαγορευμένη πόλη, οι Έλληνες άρχισαν έξω από τα τείχη, όλο νοτιότερα, μια νέα ζωή». Από την τέφρα της μεσαιωνικής Αμμοχώστου γεννήθηκε η εκτός των τειχών Αμμόχωστος, το Βαρώσι των λεμονοκήπων, που ήταν και αυτού γραφτό του να ξαναγίνει από τον Αύγουστο του 1974 μια μαρμαρωμένη πόλη.

Σημείωση
Τα κείμενα της κ. Μαρίας Ιακώβου αποτελούν συνοπτικό απόσπασμα από εργασία της ίδιας με τίτλο «Έγκωμη – Σαλαμίνα – Αμμόχωστος: 16ος αιώνας π.Χ. – 16ος αιώνας μ.Χ.», η οποία εκδόθηκε και κυκλοφόρησε σε αυτοτελές τεύχος από την Πολιτιστική Εταιρεία «Πανόραμα» στην Αθήνα το 1993.
Μαρία Ιακώβου

Подробнее

Ελληνικό Σώμα Προσκόπων Αμμοχώστου

Η αιτηση ιδρυσης του Ελληνικού Σώματος Προσκόπων Αμμοχώστου…9 Απριλίου 1943

Ο προσκοπισμός εγκαθιδρύθηκε επίσημα στην Κύπρο το 1913 απο τούς Νικόλαο Κ. Λανίτη και Νικόλαο Νικολαίδη σαν παράρτημα του αντίστοιχου σώματος της Μεγάλης Βρεττανίας.

Πρίν 72 χρόνια στις 9 Απριλίου 1943 και κατά το τελευταίο ετος της πολύχρονης του υπηρεσίας ως επικεφαλής του Δήμου Βαρωσίων (1916-1943), ο δήμαρχος Αμμοχώστου Γεώργιος Εμφιετζής προσυπογράφει μαζί με 14 αλλες προσωπικότητες της πόλης των Βαρωσίων, μια αιτηση για την ιδρυση του Ελληνικού Σώματος Αρρένων Προσκόπων Αμμοχώστου. Οι 15 αποτέλεσαν την πρώτη οργανωτική επιτροπή του σώματος με πρόεδρο τον Γεώργιο Εμφιετζή, τον Ιωάννη Καλαφατά σαν Αντιπρόεδρο, τον Αναστάσιο Οικονομίδη σαν Γραμματέα και τον Χαρίλαο Παντελίδη σαν Ταμία. Μέλη οι Χ. Αραούζος, Χ. Γαλανός, Ι. Χριστοφίδης, Ι. Ιακώβου, Κ. Χατζηιωάννου, Μ. Χριστοδούλου (Ιερέα), Γ. Οικονομίδης, Α. Πανάρετος, Μιχαήλ. Μιχαηλίδης, Μίκης Μιχαηλίδης, Λ.
Ιστορικοί ερευνητές αναφέρουν οτι ο παιδαγωγικός ρόλος του προσκοπισμού εξελίχθηκε σε οργανο “Ελληνικού εθνικισμού”. H Rebecca Bryant αναφέρει οτι οι πρόσκοποι ορκίζονταν στο ονομα του Βασιλέως της Ελλάδας. Ο Αγγλος κυβερνήτης Storrs, μετά τα Οκτωβριανά του 1931, περιέγραψε τα σώματα προσκόπων σαν κέντρα εκπαίδευσης του Ελληνικού χαρακτήρα και αποφάσισε να τα αναστείλει.

Αναφέρει ο Sir Ronald Storrs:

Όλοι οι Έλληνες Κύπριοι πρόσκοποι κυβερνούνται από το Ελληνικό Σύνταγμα ( από το οποίο οι αρχηγοί των προσκόπων λαμβάνουν τα εντάλματα και τις οδηγίες τους ) και γίνονται ετήσιες εκθέσεις προς το Ελληνικό Υπουργείο Παιδείας . Το δεύτερο άρθρο του Νόμου των Προσκόπων τους εξωθεί να είναι πιστοί στην Πατρίδα και τους νόμους του (Ελληνικού) κράτους . Η σημαία τους ήταν η ελληνική σημαία του Αγίου Γεωργίου , δηλαδή ενας ευρύς λευκόςσταυρός σε γαλάζιο φόντο , με το Scout Fleur -de- Lys (το προσκοπικό εμβλημα) στο κέντρο. Κάθε τμήμα ( ή ετήσια σειρά ) λαμβάνει οδηγίες περί πατριωτισμού , ξεκινώντας με το σεβασμό που οφείλεται στην ελληνική σημαία , την Ιστορία της Ελληνικής σημαίας από τους πιο αρχαίους χρόνους , το σύνταγμα του Ελληνικού Έθνους και οδηγεί σε μια εκτεταμένη γνώση σχετικά με την πολιτική και στρατιωτική οργάνωση του κράτους και το καθήκον ενός πολίτη . Ο Ελληνικός Εθνικός Υμνος έπρεπε να αποστηθίζεται.

Δεν γνωρίζουμε πότε τέλειωσε η αναστολη που επέβαλε ο Sir Ronald Storrs, αλλά σίγουρα οι περιορισμοί ειχαν αρθεί μετά την αρχή του Β’ Παγκοσμίου πολέμού

Αμμόχωστος Βασιλεύουσα

Подробнее

Photos from above

Недавнее видео оказалось, что показывает в анклаве город сверху , которые совершил ” беспилотника ” . Я захватил несколько изображений из этого видео и ” stiched ” их вместе , чтобы сформировать ” панорамный ” картину в анклаве города Фамагусты , как это было видно по гул.

PANORAMA-ENCLAVED-CITY-01



Оригинальное видео застрелен Drone (первоначально загруженного в YouTube по Афанасий Грифонов )

Подробнее

Καμήλα

Η Καμήλα! Και ποιός μας δεν εχει αναμνήσεις ….

Ἄνθος Ἁλός

ἁλός, ὁ ἀφρὸς τοῦ κύματος.

Καμήλα, βράχος μέσα στὴ θάλασσα, ὀκτακόσια περίπου μέτρα ἀπὸ τὴν ἀκτή, ποὺ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βομβαρδίστηκε ἀπὸ τοὺς Γερμανούς, γιατὶ τὸν ἐξέλαβαν γιὰ ὑποβρύχιο. Οἱ νέοι συναγωνίζονταν στὴν κολύμβηση, μὲ σημεῖο ἀναφορᾶς τὸν βράχο αὐτό, στοὺς κολυμβητικοὺς ἀγῶνες τοῦ Ναυτικοῦ Ὁμίλου Ἀμμοχώστου, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες μέρες καὶ ὧρες, κυρίως ὅμως κατὰ τὸ καλοκαίρι, ποὺ ἡ πόλη ἔσφυζε ἀπὸ ζωή.

Πὲς θάλασσα…
Καὶ ἡ Καμήλα
Θ᾿ ἀνασηκώσει τὴν καμπούρα της
Θὰ ξεσηκώσει κύματα
Θὰ ξυπνήσει τὰ μισοκοιμισμένα θαλασσοπούλια
Θὰ φυσήξει τὴ γλυκόπικρη αὔρα τῆς μνήμης
Νὰ σοῦ χαϊδέψει τὸ πρόσωπο
Νὰ σὲ ποτίσει θαλασσόμελο.
Ὁλόχρυσοι κόκκοι ἄμμου
Μαζὶ μὲ τὸν ἱδρῶτα σου
Θὰ κυλοῦν ἐπάνω στὸ σῶμα
Καθὼς θὰ δοκιμάζει τὶς ἀντοχές σου.
Ἡ θάλασσα θὰ βλέπει πρὸς τὴν πόλη
Καὶ ἡ πόλη πρὸς τὴ θάλασσα
Ξαγρυπνώντας.
Νίκος Νικολάου Χατζημιχαήλ
ΚΑΡΒΑΣ blogspot

Φώτο: αρχείο Ανδρέα Σωτηρίου

Подробнее

Διεθνείς αγώνες ταχυπλόων σκαφών

19-26 Ιουνίου, 1966, ξενοδοχείον Κωνςτάντια
Ναυτικός ΄Ομιλος Αμμοχώστου, ο πρώτος ναυτικός όμιλος που ιδρύθηκε στην Κύπρο ήταν πρωτοπόρος στήν ανάπτυξη των ναυταθλημάτων.
Πρίν 48 χρόνια, στήν περίοδο 19-26 Iουνίου 1966 οργάνωσε και έκτέλεσε με επιτυχία τούς διεθνείς αγώνες ταχύπλοων σκαφών. Οι αγώνες έγιναν στήν θάλασσα του Κωνστάντια.

Η Κύπρος την τότε έποχή δέν ήταν μέλος της Union Internationale Motonautique (UIM) πού ήταν ύπευθυνη για τέτοιες διοργανώσεις. Κάπιοι όμως ‘μερακλήδες’ του ΝΟΑ ταξίδεψαν στο Παρίσι το 1965 για να παρακολουθήσουν την περίφημη ‘six hour race’ στόν ποταμό Σηκουάνα. Τόσο ενθουσιάστηκαν που έκαμαν επαφή με το Βρεττανικό British Motor Boat Racing Club για να δούν κατά πόσο το BMBRC θα μπορούσε να συνεργαστεί με τον ΝΟΑ για να γίνουν οι αγώνες στήν Αμμόχωστο. Λίγο μετά οι Anthony Newell και Jimmy James του BMBRC επισκέφθηκαν την Αμμόχωστο και μετά όπως λένε οι Αγγλοι ‘the rest was history’ !.

Η έπίσημη υποδοχή έγινε στην Λευκωσία στις 18 Ιουνίου με μεγάλες πομπές, τηλεοπτική κάλυψη κτλ. Η επιθεώρηση τών σκαφών έγινε στο ΓΣΕ και ακολούθως άρχισαν οι δοκιμές και οι προπονήσεις στην θάλασσα του Κωνσταντια.

Στούς αγώνες συμμετείχαν γνωστοί Βαρωσιώτες λατρεις της θάλασσας όπως ο Πράγκος, ο Νίκος Μαραγκός, ο Λάκης Μούσκος, Σωκράτης Αναστασίου.
Οι Αγγλοι συνοργανωτές εντυπωσιάσθηκαν απο την περιποιηση, το φαγητό καθώς και την ‘μυρωδιά των ευκαλύπτων και την χρυσή αμμουδιά της Αμμοχώστου’.
Το πρώτο βραβείο κέρδισε η όμάδα της Κύπρου. Το ‘Archbishop Makarios Gold Cup’ (αξίας 800 λιρών!) άφησε εντυπώσεις!

Αμμόχωστος Βασιλεύουσα

Подробнее

Ένας εξόριστος Βενετός στην Αμμόχωστο

18/01/2016
Η Αμμόχωστος, όπως πληροφορούμαστε από τις πηγές, αναφέρεται κατά τη Βενετοκρατία και ως τόπος εξορίας Βενετών πολιτών που είχαν καταδικαστεί. Από ανέκδοτο αρχειακό υλικό μάς γίνεται γνωστό ότι κατά τις πρώτες δεκαετίες του 16ου αιώνα είχαν εξοριστεί κατά καιρούς στην Αμμόχωστο κάποιοι Βενετοί, που είχαν καταδικαστεί κυρίως για σοδομία ή και για δολοφονίες. Αξίζει να υπομνησθεί επίσης ότι εάν κάποιος κάτοικος Αμμοχώστου καταδικαζόταν τότε, δηλαδή κατά τα χρόνια της εδώ βενετικής κυριαρχίας εντός των ορίων της μεγαλονήσου, εξοριζόταν συνήθως στη «μακρινή» Πάφο ή ακόμη στο φρούριο της Κερύνειας και δεν είχε δικαίωμα να μετακινηθεί από εκεί εάν δεν τερματιζόταν η χρονική περίοδος της συγκεκριμένης ποινής.

Μια μακροσκελής επιστολή το 1567 ενός εξόριστου στο φρούριο της Αμμοχώστου μάς αποκαλύπτει την ιστορία του. Στην προκειμένη περίπτωση ο εξόριστος Βενετός με το όνομα Πέτρος Παύλος (Pietro Paulo) δηλώνει ότι είχε εξοριστεί το 1528 στο φρούριο της Αμμοχώστου από τις βενετικές αρχές, χωρίς να έχει διαπράξει κανένα παράπτωμα (senza mia colpa alcuna) και είχε δέκα δουκάτα μηνιαίο επίδομα για ένδυση και διατροφή. Όπως διαφαίνεται μάλλον θα ήταν ανήλικος και ορφανός και τον είχαν εκτοπίσει για σωφρονισμό. Τα χρήματα αυτά παραχωρούνταν στον εν λόγω εξόριστο από κάποιο κηδεμόνα έως την ενηλικίωσή του γιατί, όπως σημειώσαμε πιο πάνω, ήταν ανήλικος.

Μετά από αίτημα του Πέτρου Παύλου το 1541, τα χρήματα αυτά παραχωρούνταν στον ίδιο. Επειδή μάλιστα είχε ζήσει ουσιαστικά έγκλειστος στο φρούριο της Αμμοχώστου για δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια επιθυμούσε διακαώς να εγκατασταθεί έξω στην πόλη. Γι′ αυτόν ακριβώς τον λόγο υπέβαλε εκ νέου αίτημα μέσω του τότε Βενετού καπιτάνου της Αμμοχώστου Νικολάου Ιουστινιάνη και τελικά έλαβε την άδεια να εγκατασταθεί στην πόλη, έξω από το φρούριο. Με την εγκατάστασή του στην πόλη ο Βενετός εξόριστος συνήψε γάμο, προφανώς με κάποια Κύπρια και απέκτησε οικογένεια πολυμελή, ώστε το χορήγημα που του παραχωρούσαν δεν αρκούσε για τη συντήρησή της. Στη συνέχεια το 1553 ζήτησε να του παραχωρηθεί μια αύξηση πέντε δουκάτων στον μισθό του και με ένα άλλο αίτημά του το 1557, όταν καπιτάνος Αμμοχώστου ήταν ο Πέτρος Navagiero, προσπάθησε εκ νέου να ενισχυθεί οικονομικά. Όπως ανέφερε στο αίτημά του είχε να θρέψει εκτός από τη σύζυγο και τον εαυτό του και τέσσερις θυγατέρες, ενώ το ενοίκιο της οικίας που διέμενε με την οικογένειά του ήταν πολύ μεγάλο (grosso fitto di casa). Δυστυχώς όμως, όπως με παράπονο σημείωνε στο αίτημά του, δεν υπήρχε κανείς για να τον βοηθήσει και δεν έλαβε ποτέ απάντηση στο αίτημά του.

Η προίκα της θυγατέρας
Επιπρόσθετα ένα άλλο γεγονός είχε επιβαρύνει περισσότερο την άσχημη οικονομική κατάσταση του άτυχου Βενετού Πέτρου Παύλου. Είχε παντρέψει μία από τις θυγατέρες του με τον Μιχαήλ Μουζάκη, ελαφρό ιππέα (stradioto) και με ένα ποσό προίκας που του είχε υποσχεθεί. Στη συνέχεια όμως βρέθηκε σε δυσχερέστατη θέση επειδή ο γαμπρός του Μιχαήλ Μουζάκης πέθανε λίγο μετά τον γάμο και έτσι αναγκάστηκε να εμπλακεί σε δικαστικές υποθέσεις με τους αδελφούς του γαμπρού του. Ενώ έπρεπε να του επιστραφεί ένα ποσό ανερχόμενο στα τριακόσια δουκάτα που είχε δώσει για προίκα στη θυγατέρα του, δεν έγινε κατορθωτό να τα εισπράξει γιατί ίσχυε μια απόφαση της Γαληνοτάτης με την οποία δεν μπορούσε να εξαναγκαστεί κανένα μέλος του ελαφρού ιππικού να πληρώσει οποιοδήποτε χρέος. Για ένα ολόκληρο χρόνο έως τότε ο Πέτρος Παύλος αγωνίστηκε δικαστικώς για να πάρει πίσω ένα μέρος από την προίκα που έδωσε στη θυγατέρα του. Δυστυχώς ο νόμος δεν ήταν με το μέρος του, εφόσον δεν μπορούσε κανείς να εξαναγκάσει τους ελαφρούς ιππείς (stradioti) να καταβάλουν οποιοδήποτε χρέος.

Η όλη κατάσταση είχε φέρει τον άτυχο Πέτρο Παύλο σε τέτοιο σημείο ώστε να οφείλει ένα μεγάλο ποσό στους δανειστές του, και με τον ελάχιστο μισθό που είχε έπρεπε να θρέψει δώδεκα άτομα γιατί, όπως φαίνεται, εκτός από τις τέσσερις θυγατέρες θα είχε και έξι γιους. Επίσης ήταν αναγκασμένος για την εξασφάλιση στέγης να καταβάλλει μεγάλο ενοίκιο για την κατοικία όπου διέμενε με την οικογένειά του και όλα αυτά τον οδηγούσαν σε απόγνωση και δεν γνώριζε τι πραγματικά έπρεπε να πράξει. Τα γεγονότα αυτά τον είχαν αναγκάσει να στείλει τον γαμπρό του, Βαρθολομαίο, του οποίου το επάγγελμα ήταν γιατρός (medico), με εντολή να εμφανιστεί ενώπιον των βενετικών αρχών και να ζητήσει μια λύση στα όσα βίωνε ο Πέτρος με την πολυμελή οικογένειά του. ίσως με αυτόν τον τρόπο ο για χρόνια Βενετός εξόριστος στην Κύπρο θα πετύχαινε με τη βοήθεια του γαμπρού του οικονομική ενίσχυση ώστε να εξασφαλίσει τα προς το ζην για τον ίδιο και για την οικογένειά του. Το χρέος του ανήλθε στα τετρακόσια και ίσως περισσότερα δουκάτα και οι δανειστές του προσπαθούσαν καθημερινά να του αφαιρέσουν τον μισθό, αν και σύμφωνα με τους κανονισμούς δεν είχαν κανένα δικαίωμα να πράξουν κάτι τέτοιο. Εκλιπαρούσε τις βενετικές αρχές να εγκρίνουν με εντολή τους κάποια χρηματική ενίσχυση (sovventione) και να γνωστοποιήσουν το γεγονός αυτό στους διοικητές της Αμμοχώστου. Εάν δε του παραχωρούσαν την οικονομική αυτή στήριξη, έγραφε απελπισμένος στο αίτημά του ο Πέτρος Παύλος, θα καταντούσε αναγκαστικά επαίτης ζητώντας ελεημοσύνη για τον επιούσιο άρτο της οικογένειάς του. Εξακολουθούσε, όπως σημείωνε, να πιστεύει ότι όπως και στο παρελθόν η Γαληνοτάτη θα ανταποκρινόταν στο αίτημα του πιστού υπηρέτη της, ο οποίος νυχθημερόν θα προσευχόταν για τη διαιώνιση του γοήτρου και την επέκταση και ενδυνάμωση της βενετικής επικράτειας.

Επιστολή του γενικού προνοητή
Ο Πέτρος Παύλος έσπευσε να συναντήσει και τον γενικό προνοητή και σύνδικο Κύπρου Φραγκίσκο Barbaro, όταν αυτός είχε μεταβεί στην Αμμόχωστο για να επιθεωρήσει τα οχυρωματικά έργα που εκτελούνταν στην πόλη καθώς και τα στρατιωτικά σώματα. Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε ότι πρόκειται για τον προνοητή του οποίου το όνομα φέρει ένας προμαχώνας της οχύρωσης της Λευκωσίας. Με δάκρυα στα μάτια, γράφει ο Barbaro σε σχετική επιστολή του, του εξήγησε με λεπτομέρειες τη δεινή οικονομική κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο δυστυχής Πέτρος. Όχι μόνο είχε τέσσερις θυγατέρες να παντρέψει χωρίς να έχει τη δυνατότητα να τους προσφέρει κάτι, αλλά ταυτόχρονα είχε και αβάστακτα χρέη να καταβάλει. Ο γενικός προνοητής σημείωνε επίσης ότι τα όσα του είχε αναφέρει, όπως είχε διαπιστώσει, ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα και όντως ζούσε με την οικογένειά του μέσα στη φτώχεια και τη δυστυχία. Ο Barbaro επίσης έκανε μνεία και στα προηγούμενα χρόνια που λόγω φυσικών φαινομένων η παραγωγή σιτηρών και αγροτικών προϊόντων ήταν μηδαμινή, γεγονός που οδήγησε σε σιτοδεία από την οποία υπέφεραν τα αγροτικά και γενικά τα χαμηλά στρώματα της Κύπρου.

Ο γενικός προνοητής θεώρησε πρέπον μετά τη συνάντηση που είχε με τον Πέτρο Παύλο να αποστείλει μία συνοδευτική επιστολή μαζί με το αίτημα του δύστυχου Βενετού στις βενετικές αρχές και με συστάσεις δικές του φρόντισε όπως εισακουσθεί. Ο προνοητής Φραγκίσκος Barbaro συνέταξε την επιστολή αυτή στη Λευκωσία και φέρει ημερομηνία 10 Αυγούστου 1567. Πιστοποιούσε ως αξιωματούχος του κράτους τη δεινή οικονομική κατάσταση του εξόριστου Βενετού και κυρίως έδειχνε ενδιαφέρον για τις τέσσερις θυγατέρες του. Εάν ενισχυόταν οικονομικά ο Πέτρος Παύλος θα μπορούσε να στηρίξει, κατά τα γραφόμενά του, την οικογένειά του και ιδιαίτερα τις τέσσερις θυγατέρες του, ώστε να μην καταστραφούν (non vadino a male). Η οικονομική ενίσχυση του δύστυχου αυτού Βενετού, κατά τον Barbaro, δεν θα ήταν μόνο μια πράξη ευσπλαχνίας προς τον Παντοδύναμο αλλά και έπαινος στη Γαληνοτάτη για την ενδυνάμωση της οποίας θα προσευχόταν ο Πέτρος Παύλος στον Ύψιστο.

Ο Βενετός εξόριστος, βέβαια, είχε τη δυνατότητα να απευθυνθεί στους διοικητές της Κύπρου ή στις βενετικές αρχές στη μητρόπολη, γιατί γνώριζε γράμματα ή δυο ανθρώπους της εξουσίας κι ακόμη ζούσε σε μια πόλη. Αλήθεια, όμως, πόσο εύκολο ήταν τότε για έναν αγρότη, έναν πάροικο, έναν φραγκομάτο, έναν μίσθαργο της Κύπρου, που ζούσε ελεεινά σ’ ένα χωριό ή σ’ ένα απομακρυσμένο χωριουδάκι, να πετύχει ενίσχυση γιατί πέθαινε της πείνας αυτός και τα παιδιά του;

Νάσα Παταπίου

Подробнее

Αμόχουστος

(Δηλαδή η Αμόχουστος κρατά από τη θεμελίωση του κόσμου, από τότε που κτίστηκε η κιβωτός του Νώε κι’ από τότε που δείχτηκε ο έρωτας κι’ η πικραμένη αγάπη, από τότε δηλαδή που φύτρωσε η ζωή πάνω στον πλανήτη μας.)

Κατά την εποχή της Ενετοκρατίας ήρθαν και Εβραίοι κι’ εγκαταστάθηκαν στην Αμμόχωστο, και όπως μας πληροφορεί ο Εβραίος Ηλίας από το Pesaro, που εγκαταστάθηκε κι’ αυτός στην Αμμόχωστο στα 1563, υπήρχε στην πόλη μια μεγάλη κι’ ωραία Συναγωγή, που τη στήριζαν 25 Εβραϊκές οικογένειες. «Πουθενά αλλού της Κύπρου δεν υπάρχουν Εβραίοι» γράφει. Εκείνο που του έκαμε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν το ψωμί «που δεν είδε ποτέ του τόσο καλό ψωμί, όσο αυτό της Αμμοχώστου, αλλά ήταν ακριβό». Βέβαια τα ολοσίταρα ψωμιά της Μεσαριάς ήταν περίφημα από τα αρχαία χρόνια κι’ οι αρχαίοι Έλληνες ποιητές, όπως ο Εύβουλος, τα εξυμνούν: «Μα είναι φοβερό να δης και να τα προσπεράσεις της Κύπρου τα ψωμιά και καβαλλάρης να’σαι», γράφει.
Αλλά ο Ιταλός μοναχός Ιάκωβος de Verona μας δίνει πληροφορίες και για την υπόγεια εκκλησία της Παναγίας της Χρυσοσπηλιώτισσας, που βρίσκεται στο Κάτω Βαρόσι. Οι Λατίνοι την αναφέρουν ως Sancta Maria della Cava.

Εκεί τέλεσε τη θεία λειτουργία, γράφει, «και όλοι, έμποροι και προσκυνητές, ναύτες και το πλήρωμα του πλοία εκκλησιάστηκαν και πρόσφεραν μια μεγάλη λαμπάδα στην παναγία, που της είχαν κάμει τάμα, όταν βρέθηκαν σε κίνδυνο στη θάλασσα. Η εκκλησία, λέει, είναι μια σπηλιά και κατεβαίνεις κάτω με 36 σκαλοπάτια. Εκεί μένουν συνεχώς τρεις παπάδες και λειτουργούν για το πλήθος των προσκυνητών».

Τη Χρυσοσπηλιώτισσα την αναφέρει κι’ ένας άλλος Ιταλός ο Nivolai Martoni, που επισκέφθηκε την Αμμόχωςστο στα 1394. την αναφέρει σαν μιαν πολύ κομψή εκκλησία, στην οποία πηγάινει πολύς κόσμος, Λατίνοι και Έλληνες, για να προσευχηθούν».

Ένας άλλος περιηγητής ο Ολλανδός Cornelis van Bruyn, που επισκέφθηκε την Κύπρο στα 1683, κάτι περισσότερο από 100 χρόνια μετά την τουρκική κατάκτηση, γράφει πως ταξιδεύοντας από τη Λάρνακα στην Αμμόχωστο έφτασε σε ένα χωριό που το έλεγαν Σπηλιώτισσα, κι’ ότι εκεί υπήρχε μια υπόγεια εκκλησιά με το ίδιο όνομα, κι ότι τον πήραν εκεί οι Έλληνες για να τη δεί. «Εκεί κατεβαίνεις κάτω με 24 σκαλοπάτια», γράφει. «Η εκκλησιά είναι λαξευμένη σε βράχο κι’ έχει ένα πηγάδι κι’ ένα θάλαμο, όπου υπάρχουν ίχνη αρχαίων ζωγραφιών.

Το χωριό Σπηλιώτισσα, βέβαια, δεν είναι άλλο από το σημερινό Κάτω Βαρόσι, που στα 1683 λεγόταν, φαίνεται, Σπηλιώτισσα. Το πηγάδι είναι το αγίασμα αλλά τα σκαλοπάτια κατά τον Ban Bruyn ήταν τώρα 24 αντί 36 που μας είπε ο Ιταλός μοναχός de Verona. Φαίνεται πως στο διάστημα 350 χρόνων τόσα θα έμεινα, εκτός αν ένας από τους δυο δεν τα μέτρησε καλά.

Ο Λεόντιος Μαχαιράς δεν αναφέρει τη Σπηλιώτισσα αλλά αποκλαλεί την πόρτα της στεριάς της Αμμοχώστου «Πόρταν της Κάβας» που είναι φανερό πως λεγόταν έτσι, γιατί έβλεπε προς το Κάτω Βαρόσι που ήταν η εκκλησιά της Κάβας δηλ. της Σπηλιάς.

Μετά το 1261 που η πόλις ʼκρα, το σπουδιαότερο οχυρό των Σταυροφόρων, έπεσε στα χέρια των Μαμελούκων Τούρκων, η Αμμόχωστος κατέκτησε όλη την εμπορική κίνηση της Μεσογείου, που ερχόταν από την Ανατολή προς τη Δύση κι’ ανέβηκε στην κορφή όλων των εμπορικών πόλεων αυτής της θαλάσσιας περιοχής.

Η Τύρος, η Αττάλεια και η Σμύρνη δεν μπορούσαν να συγκριθούν μαζί της. Η Αμμόχωστος μοιραζόταν με την Κ/πολη και την Αλεξάνδρεια την αδιαφιλονίκητη υπεροχή στο εμπόριο που ερχόταν από την Ανατολή. Ούτε η Βενετία ούτε η Γένουα μπορούσαν να καυχιούνται πως είχαν πλουσιότερους εμπόρους, καλύτερες αγορές, περισσότερες ποσότητες προϊόντων απ’ όλες τες χώρες του τότε γνωστού κόσμου πιο πολλά πανδοχεία και πολυαριθμότερους ξένους, εμπόρους, προσκυνητές της Αγίας Γης και ταξιδιώτες που έρχονταν από μακρινές και διάφορες χώρες. Ήταν τότε ο χρυσός αιώνας της Αμμοχώστου.

Ένας Γερμανός παπάς, ο Ludolf από το Suchen της Βεστφαλίας, που επισκέφθηκε την Αμμόχωστο γύρω στα 1336 γράφει: «Η Αμμόχωστος είναι το λιμάνι όλης αυτής της θάλασσας και του βασιλείου και τόπος συνάντησης εμπόρων και προσκυνητών. Είναι η πιο πλούσια απ’ όλες τες πόλεις και οι πολίτες της είναι οι πλουσιώτεροι των ανθρώπων. Ένας πολίτης κάποτε αρραβώνιασε την κόρη του και τα κοσμήματα που είχε στο κάλυμμα της κεφαλής της εκτιμήθηκαν από τους Γάλλους ιππότες, που ήρθαν μαζί μας, σαν πιο πολύτιμα απ’ όλα τα κοσμήματα της βασίλισσας της Γαλλίας. Κάποιος έμπορος αυτής της πόλης πούλησε στον Σουλτάνο μια βασιλική σφαίρα από χρυσάφι, που είχε πάνω της τέσσερεις πολύτιμες πέτρες, ένα ρουμπίνι, ένα σμαράγδι, ένα ζαφείρι κι’ ένα μαργαριτάρι, για εξήντα χιλιάδες φλορίνια και κατόπι ζήτησε ν’ αγοράσει πίσω εκείνη της σφάιρα για εκατό χιλιάδες φλορίνια και δεν του την έδωσαν».

Αυτά που λέει ο Γερμανός παπάς επιβεβαιώνονται από τον δικό μας τον Λεόντιο Μαχαιρά, που γράφει: «Εις την Αμόχουστον ήτον πλήθος του πλούτου, ούλοι άρχοντες, πλούσιοι, ως γοιόν ήτον ο σιρ Φρασές ο Λαχανεστούρης και ο αδελφός του ο σιρ Νικόλ ο Λαχανεστούρης. Και δεν ημπορώ να γράψω την πλουσιότηταν την είχαν, διατί τα καραβία τους χριστιανούς δεν ετολμούσαν απού έρχουνταν από την Δύσην να πραματευθούν αλλού, παρά εις την Κύπρον. Και όλες οι τραφίκες (=συναλλαγές, εμπόριο) της Σουρίγιας εις την Κύπρον εγίνουνταν. Διατί ήτζου ήσαν ωρισμένοι και διαφεντεμένοι (προσταγμένοι) από τον αγιώτατον πάπαν απάνω εις αφορισμόν, να έχουν το κέρδος οι πτωχοί οι Κυπριώτες, διατί είναι απλικεμένοι (=εγκατεστημένοι) απάνω εις μιαν πέτραν εις την θάλασσαν, και από τη μίαν μερίαν είναι οι εχθροί του θεού, οι Σαρακηνοί, και από την άλλην οι Τούρκοι. Και διατί είναι κοντά η Συργιά εις την Αμόχουστον επέμπαν τα καραβία τους και εκουβαλούσαν τα πράματα εις την Αμόχουστον και είχαν κουμέσους smile emoticon πράκτορες) και επουλούσαν τες, τον Φρασές τον Λαχανεστούρην και τον αδελφόν του. Και άνταν νάρταν τα ξύλα (=καράβια) της Βενετίας, της Γενούβας, της Φλουρέντζας, της Πίζας, της Καταλωνίας και ούλης της Δύσης, εύρισκαν τας σπετζίας (μπαχαρικά) και εί τι χρήζουνταν, εφορτώνναν και επηγαίνναν εις την Δύσιν. Και δια τούτο ήσαν πλούσιοι οι Αμοχουστιανοί και εφθονίστην ο τόπος ότι ερημάστην και το πλούτος εστράφην εις τους Σαρακηνούς». Εννοεί την Γενουατική κατάληψη της Αμμοχώστου, που κράτησε σχεδόν ένα αιών από το 1373 ως το 1464.

Και συνεχίζει ο Μαχαιράς: «Και να σας ειπώ μερτικόν απέ την αρχοντίαν την είχεν ο σιρ Φρασές Ουλαχά. Και εις πολλά καλέσματα, τα εποίκεν του ρε Πιέρ (=του ρήγα Πέτρου) εις την Αμόχουστον, εποίκεν του έναν κάλεσμαν και όλους τους αφέντες και τους καβαλλάρηδες. Αληθώς ότι ούλοι οι Συριανοί της Αμοχούστου τον αυτόν τρόπον επολομούσαν (=έκαμναν) με τους καβαλλάρηδες, αμμέ ο αυτός ο σιρ Φρασές πολλά εξαίσια και με τον ρήγαν πολλές φορές. Μιαν φοράν ήρτεν έσσω του τον Γεννάρην, οι ποίος σιρ Φρασές απέ την χαράν του και να δείξει την αρχοντιάν του, έβαλεν ξυλαλάν γ’, δ’ γομάρια σαντίς ξύλα και εμαγείρεψαν τα φαγητά».

Ανοίγω μια παρένθεση εδώ για να εξηγήσω τι είναι ο ξυλαλάς και ποια σημασία πρέπει να δοθεί στη χειρονομία αυτή του Λαχανεστούρη. Ο ξυλαλάς είναι η ξυλαλόη από το ξύλο της οποίας έβγαινε το πολύτιμο μύρο η αλόη, που αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη: «Ήλθε δε και Νικόδημος φέρων μείγμα σμύρνης και αλόης… και έδησαν το σώμα του Ιησού μετά των αρωμάτων».

Ο ξυλαλάς λοιπόν ήταν ξύλο αρωματικό πανάκριβο, που το έφερναν από τις Ινδίες και που το είχαν σε μεγάλη εκτίμηση. Στα Εκατόλ λόγια αναφέρεται πως ο ερωτευμένος νέος:

Εξώδκιασεν στημ πόρταν της εννιά πύρκους λουβάριν
Τζι’ εξηνταπέντε ξυλαλάν τζι’ εφτά μαρκαριτάριν
Τζιαι λόομ που το στόμαν της δεν ημπορεί να πάρει.

Επανέρχομαι όμως στον Μαχαιράν που συνεχίζει την ιστορία του με τον Λαχανεστούρη: «Και άνταν εδείπνησεν ο ρήγας με τους παρούνηδες smile emoticon βαρώνους) και ούλους τους αφέντες, εκάτζαν χαμηλά και επαίζαν το ζάριν. Και εθέλησε να τους δείξει έναν μερτικον ου θησαυρού του. Και ώρισεν και εφέραν μίαν μεγάλην σανίαν, οπού την εβαστάξαν δ’ ανομάτοι, γεμάτην μαργαριτάριν χοντρόν και πέτρες ατίμητες, και ίχια μέσα δ’ λυχνάρια, τουτέστιν ακαρπάγκουλα (πολύτιμες πέτρες με λαμπερό χρώμα σαν τη φωτιά). Και εχένωσεν εις την γωνίαν του σπιτίου, εχένωσεν δουκάτα, ως γοιόν νάχεν είσταιν σιτάριν. Και εις τες άλλες γωνίες γροχία και σεραφία.»

«Ήτον χειμώνας και εις την τζιμνίαν κορμία ξυλαλάς και κανουνία αργυρά (=καπνοδόχος ασημένια). Και ξυλαλάν επυρώννουνταν». Ζεσταίνονταν δηλ. με ξυλαλάν για να γεμίζει το σπίτι με άρωμα. «Και άπλωσεν πευκία μεταξωτά π΄ (ογδόντα) και εις μερτικόν εκάθουνταν». Φαντασθήτε τι κάμαρα θα ήταν και πόσα πεύκια άπλωσε για να κάθουνται τόσοι άνθρωποι στο ένα μέρος των πευκιών μονάχα. «Και ήσαν σκεπασμένα τα δουκάτα και οι μονέδες. Και τότες ώρισεν και εσβήσαν τες φωτιές και την σανίαν έβαλέν την ίχια μέσα και αποσκέπασέν την και εφέγγαν τα λυχνάρια (=οι πολύτιμες πέτρες, τα «ακαρπάγκουλα») ως γοιόν τα κάρβουνα τα απτούμενα». Και πολλοί από τους καβαλλάρηδες αχόρταγοι και πτωχοί εβάλαν τα χέρια τους και πασαείς επίασεν αππόθεν του φάνην και επήραν του μιαν μεγάλην καντιτάν (=ποσότητα). Και ό,τι του πήραν δεν του εφάνην τίπότες».

«Ο ποίος επολόμαν (=έκαμνε) κατά την πίστιν του πολλά ψυσικά», συνεχίζει ο Μαχαιράς, και «έκτισεν και την εκκλησίαν τους Νεστούρηδες απού γης».

Ο Μαχαιράς μας διηγείται ακόμα ένα χαριτωμένο επεισόδιο με τον Λαχανεστούρην που αξίζει να το διηγηθούμε. «Εις τους ατνθ smile emoticon 1539) ήρτεν εις την Αμμόχουστον ενείς Κατελάνος με έναν καράβιν δικόν του και ήτον κουρσάρης. Και έφερεν μετά του μίαν πέτραν πρετζιούζαν smile emoticon πολύτιμη) γροικώντα την πλουσιότηταν της Κύπρου, δια να την πουλήση. Και τινάς δεν επήγεν να την αγοράση. Και εδυσφάμιασεν (εδυσφήμισε) την Κύπρον. Και επήγαν και είπαν το του Λαχανεστούρη. Και εβγήκεν και επήγεν εις το καράβιν και εσύντυχεν με τον καραβοκύρην και λαλεί του. «δείξε μου την τζόγιαν (Ιτ. Gioia = πολύτιμη πέτρα), όπου έφερες να πουλήσεις. Και είπαν μου πως εριφούτιασες smile emoticon εδυσφήμισες) τους κυπριώτες και εγώ είμαι ο περίτου πτωχός και ήρτα να την αγοράσω». Και θωρώντα τον ο καραβοκύρης με τα παπούγκια του τα κατζούφτερνα ( = παπούτσια με καθισμένρς τις φτέρνες τους) είπεν του «άμε στο καλόν και είναι αντροπή να συντύχω μετά σου». Και ο Λαχανεστούρης λαλεί του «λαλώ σου, δείξε μου την». Και βιγλίζει (δικλά, κοιτάζει) ο καραβοκύρης και θωρεί τον πως εφόρεν δ’ δακτυλίδια πρετζιόζα. Δείχνει του την πέτραν και σάζουνται δια δ’ χιλιάδες δουκάτα. Και εβγάλλει τα δακτυλίδια και διδεί του τα δια αραβώναν ( = καπάρο) και λαλεί του «δός μου την πέτραν κι’ έλα μιτά μου να σε πλερώσω». Και παίρνει την πέτραν και πάσιν έσσω του. Και λαλεί του «κάτσε να φάμεν». Και ήτον Τετράδη και πέμπει και αγοράζει κουκκία. Και πγιάννει την πέτραν και βάλλει την εις το γδιν και κοπανίζει την. Θωρώντα τον ο καραβοκύρης πως ετσάκκισεν την πέτραν, ήθελεν να τον σκοτώσει. Λαλεί του, «αδελφέ, δεν την αγόρασα; Κάτσε να φάμεν και αν δεν σε κουσεντιάσω ( = ικανοποιήσω) έχεις δίκαιον να παραπονηθείς». Και μοναύτα εποίκεν την πέτραν ως σγοιόν αρτύματα και έβαλέν την εις τα κουκκία και εφάγαν. Και όσον εφάγαν, επήρεν τον εις τα μαχαζένια. Και θωρώντα τόσον πλήθος ασήμιν, χρυσάφιν, σπέτζιες, είπεν του «δε, απόθεν έχεις απλαζίριν ( = ευχαρίστηση) να σε πλερώσω;» θωρώντα έμεινες πολλά σπαβεντιασμένος ( = θαμπωμένος ) ο καραβοκύρης … και εσάστην και επούλησεν του και το καράβιν για ς΄ χιλιάδες δουκάτα».

Για τα πλούτη της Αμμοχώστου τα ίδια λέει κι’ ο ανώνυμος ʼγγλος, που επισκέφθηκε την Αμμόχωστο στα 1344: «Εκεί στην Αμμόχωστο, λέει, διαμένουν έμποροι από τη Βενετία, τη Γένουα, την Καταλωνία και Σαρακηνοί από τις χώρες του Σουλτάνου…, που ζουν όπως οι κόμητες και οι βαρώνοι. Έχουν άφθονο χρυσάφι κι’ ασήμι. Όλα τα πολύτιμα πράγματα του κόσμου μπορεί να βρίσκουνται στα χέρια τους».

Μ’ αυτά τα τεράστια πλούτη, μ’ αυτήν την πληθωρική εμπορική κίνηση, μ’ αυτά τα πελώρια τείχη με τους πανίσχυρους προμαχώνες, η Αμμόχωστος φάνταζε στα μάτια όλων όσοι την έβλεπαν σαν μια πολιτεία απόρθητη και πανάρχαια, και σαν τέτοια πέρασε στους θρύλους του Κυπριακού λαού και τραγουδήθηκε στα Εκατόλ Λόγια της Αγάπης:

Παφής εχτίστ’ η Τζιβωτός τζιαι θεμελιώθην κόσμος
Τζι’ εχτίστην το τετράποδον οπού κρατεί τον κόσμον,
Εχτίστην τζι’ η Αγιά Σοφκιά, της Τζύπρου το ρηάτον,
Τζι’ εχτίστην τζι’ Αμόχουστος με το Κωνσταντινάτον,
Τότες εδείχτην έρωτας, εδείχτην το ζιννάπιν,
Εδείχτηκεν τζιαι το φιλίν τζι’ η πικραμμένη αγάπη.

Δηλαδή η Αμόχουστος κρατά από τη θεμελίωση του κόσμου, από τότε που κτίστηκε η κιβωτός του Νώε κι’ από τότε που δείχτηκε ο έρωτας κι’ η πικραμένη αγάπη, από τότε δηλαδή που φύτρωσε η ζωή πάνω στον πλανήτη μας.
Κυριάκος Χατζηιωάννου
( φωτο: προσωπικό αρχείο , 2013 )

Подробнее

Παναγιώτης Σέργης

Παναγιώτης Σέργης, 1929-2001

hist_045bΓεννήθηκε στο Τρίκωμο, φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη Σχολή Θεάτρου Αθήναιον. Επίσης σπούδασε παιδαγωγικά στο Χάρβαρντ και στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου με ειδίκευση στο Δράμα ως εκπαιδευτικό μέσο.

Το 1953 διορίστηκε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου όπου υπηρέτησε ως καθηγητής , βοηθός Γυμνασιάρχης και βοηθός Διευθυντής.

Το 1966 διορίστηκε Μορφωτικός Λειτουργός στο Υπουργείο Παιδείας. Απο το 1968 διήυθηνε τη Μορφωτική Υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας , κι απο τη θέση αυτή εργάστηκε για τη διαμόρφωση και εφαρμογή της Πολιτιστικής Πολιτικής του Υπουργείου συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης και θεμελίωσης του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου . Διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Πολιτιστικού Ιδρύματος της Τραπέζης Κύπρου , γραμματέας του Ταμείου Μουσικής και Καλών Τεχνών.

hist_045dΣημαντική ηταν η δραστηριότητα του στη σκηνοθεσία αρχαίων τραγωδιών και άλλων θεατρικών έργων.

Ιδιαίτερη σημασία στη σκηνοθετική του εργασία με τους μαθητές και τις μαθήτριες των Γυμνασίων Αμμοχώστου είχε το ανέβασμα για πρώτη φορα στο Νεοελληνικό ιστορικό χώρο της τραγωδίας του Ευριπίδη << Ικέτιδες>> ( 1960) , και η αναβίωση της Τραγωδίας στο Αρχαίο Θέατρο της Σαλαμίνας , για πρώτη φορά μετά την αποκάλυψη του με τον << Οιδίποδα Τύρρανο >> του Σοφοκλή. ( 1962) στενοί του φίλοι απο την εποχή των σπουδών του ήταν ο Άγγελος Σικελιανός κι ο σκηνοθέτης Σωκράτης Καραντινός. Ο Παναγιώτης Σέργης έζησε απο κοντά τον Σικελιανό στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια της Ελλάδος καθως και
την αρρώστεια και τον θανάτου του το 1951. Η γνωριμία μαζι του ηταν καθοριστική για την πνευματική του εξέλιξη και μετέδωσε το έργο του απο τη δεκαετία του 1950 στους μαθητές του στην Αμμόχωστο κι έκανε πολλές ομιλίες για το έργο του .
hist_045ehist_045fhist_045c

Подробнее

Κατακλυσμός

Το σπουδαιότερο και μεγαλύτερο λαϊκό πανηγύρι της Αμμοχώστου , που γινόταν στη μαγευτική παραλία του Φαλήρου , συνήθως στην τοποθεσία Γλώσσα , ήταν αυτό του Κατακλυσμού. Η σημαντική αυτή ψυχαγωγική εκδήλωση έδινε στους Βαρωσιωτες και τους κατοίκους των γύρω χωριών την ευκαιρία να διασκεδάσουν και να ξεφύγουν απο τα βάςανα της βίοπάλης και την κούραση της καθημερινότητας .

Οι πιο τολμηροί πλήρωναν ένα μικρό αντίτιμο , συνήθως μερικά γρόσια , για μια βόλτα στη θάλασσα με κάποια απο τις ψαρόβαρκες που ήταν σημαιοστολισμένες και ειδικά διακοσμημένες με χρωματιστά φανάρια για την περίσταση. Καθώς ήταν φωταγωγημένες και έπλεαν σε μικρή απόσταση απο την ακτή , συνοδεία καντάδων και της υπέροχης μελωδίας των μαντολίνων προσέφεραν υπέροχο θέαμα ήχου και φωτός στους πανηγύριώτες.

Το Δημαρχείο Βαρωσίων διοργάνωνε διάφορες εκδηλωσεις στις οποίες μετείχαν λαϊκοί ποιητές , μουσικοί , και χορευτές απο όλη την Κύπρο που διαγωνίζονταν σε ποιητικούς και χορευτικούς αγώνες . Μια πολυμελής κριτική επιτροπή απένειμε βραβεία για απαγγελίες ερωτικών διστίχων και τσιαττισμάτων , για παραδοσιακά και δημοτικά τραγούδια , για ελληνικούς και κυπριακούς και χορούς καθώς και στους καλύτερους οργανοπαίχτες . Την προσοχή του κόσμου τραβούσε ιδιαίτερα ο διαγωνισμός του < πιδκιαυλιού > ,( αυλού) , ο χορός της τατσιάς ( κρισάρας) , και ο γραφικός αλλα ριψοκίνδυνος χορός του δρεπανιού .

Σε όλη την διάρκεια της Αγγλοκρατίας και τα πρώτα χρόνια της Ανεξαρτησίας διοργανώνονταν ναυτικοί αγώνες και διάφορα θαλάσσια αγωνίσματα ,όπως κολύμβηση,ιστιοδρομίες , λεμβοδρομίες , κωπηλασία ερασιτεχνών και ψαράδων , καθώς και ο πιο δημοφιλής ο ολισθηρός ιστός . Στο άθλημα αυτό οι διαγωνιζόμενοι προσπαθούσαν να πιάσουν μια μικρή ελληνική σημαία που βρισκόταν στην άκρη ενός μεγάλου καταρτιού , το οποίο προηγουμένως είχαν αλείψει με λίπος ή γράσο .

Подробнее