Tο σπίτι που έκτισαν ήταν απο τα πρώτα στην παραλία της Aμμοχωςτου μαζί με την παράγκα του Eυάγγελου Λουίζου το Nαυτικο Oμιλο, το εγγλέζικο κλαμπ και τοπαραθαλασσα στο σπίτι του παππού, που αργοτερα έγινε χαρτοπαικτική λέσχη και ονομάστηκε Λευκος Πύργος. Tοτε που η παραλία δεν είχε ακομα γεμίσει με ξενοδοχεία και αναψυκτήρια και τζιουκ μποξ , το δικο τους ήταν ένα τεράστιο σπίτι με μια μεγάλη βεράντα με λευκές κολονες που τελείωναν στη θάλασσα, οπου τρώγαμε συχνά τις Kυριακές το καλοκαίρι πιλάφι μιλανέζα, ψητό και σαλάτες που στο κέντρο είχαν το φύλλο μιας ντομάτας τυλιγμένο σαν τριαντάφυλλο ,ή άλλες φορές , το χειμώνα στη τραπεζαρία με τους γαλάζιους τοιχους και τους πίνακες του Πωλ Γεωργίου σε μπλε και ώχρες. Eίναι αυτούς τους πίνακες που περιεργαζομουν τα βράδια που έλειπαν απο το σπίτι, τις ακουαρέλες και τις παλιές γκραβούρες στους διαδρομους, που μάζευε ο θείος απο κάποια παλαιοπωλεία του Παρισιού ή της Aλεξάνδρειας, οπου ευλαβικά δύο και τρεις φορές το χρόνο απίθωνε τα κέρδη του ξυλεμπορικού, ή έμπαινα στο δικο του δωμάτιο το γεμάτο βιβλία και περιοδικά με μια λάμπα μικρή στο κομοδίνο, που πιανοταν στις σελίδες επάνω του βιβλίου για να φέγγει μονο εκεί πλάι στο κρεββατι που ήταν στενό και ασκητικο με μια καφετιά κουβέρτα, ενώ αντίθετα της θείας ήταν πλατύ με πουπουλένιοστρώμα και δαντέλες. Aλλες φορές τα βράδια ή τα πρωινά που η θεία ακομα κοιμοταν ή έλειπε στα μαγαζιά κατέβαινα στη βιβλιοθήκη, οπου ο Mήτσος είχε συγκεντρώσει ολο τον καημο του της Φιλολογίας.
Ν. Μαραγκού
Μια στρώση άμμου