Η Αμμόχωστος δεν έχει πεθάνει. Απλώς περιέπεσε σε μακρά χειμερία νάρκη. Μα θα ξυπνήσει και θα αναγεννηθεί. Δεν μπόρεσε και ούτε θέλησε να τεθεί υπό την κυριαρχία άλλων
Ταξιδεύοντας κανείς στο ανατολικό τμήμα του νησιού της Αφροδίτης, έρχεται αντιμέτωπος με το στολίδι της Μεσογείου, το καταφορτωμένο με τόνους ιστορίας, το καταγναντεμένο από χιλιάδες ματιές, το καταματωμένο από τον όλεθρο του οχτρού. Αν και βουβή, μας θυμίζει τον πάλαι πότε υπέρλαμπρο πολιτισμό και την αστείρευτη ζωντάνια που κάποτε εξέπεμπε αυτή η πόλη. Οι θύμησες εκτείνονται από τις παραστάσεις του Αρχαίου Θεάτρου της Σαλαμίνας μέχρι το ιστορικό μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, από τις χωμένες στην άμμο παραλίες μέχρι την κατανυχτική ατμόσφαιρα στο εκκλησάκι του Αγίου Βαρνάβα.
Η πόλη της Αμμοχώστου μεσουρανούσε μέχρι τη σήμανση του προσωρινού τέλους της τον μαύρο Αύγουστο προ 40 ετών. Παρά το μικρό μέγεθός της, δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από μεγαλουπόλεις του εξωτερικού, αντίθετα, μέσα σε αυτήν τη μικρή πόλη εγκιβωτιζόταν η σαγήνη ενός ήρεμου παραδεισένιου τοπίου, το οποίο ξεχείλιζε από ιστορικό πλούτο προκαλώντας αρμονικά τη σύζευξη μοντέρνου και παραδοσιακού. Ακόμα και το όνομα της πόλης πλημμύριζε από μεγαλοπρεπισμό, μεστώνοντας τις ψυχές των Αμμοχωστιανών με περίσσια και αέναη υπερηφάνεια.
Η Αμμόχωστος απετέλεσε τον στυλοβάτη της μετανεξαρτησιακής οικονομικής άνθησης ολόκληρης της Κύπρου, αφενός μεν με τις εισαγωγές και εξαγωγές μέσω του υπερσύγχρονου λιμανιού της -που συγκαταλεγόταν ανάμεσα στα κορυφαία της Μεσογείου- και αφετέρου δε με το παλιρροϊκό τουριστικό ρεύμα ιδιαίτερα κατά τη θερινή περίοδο. Η πόλη είχε κτιστεί τον 3αι. π.Χ. από τους Πτολεμαίους, γνώρισε μεγάλη άνθηση κατά τα χρόνια του Ιουστινιανού, μιας και η γυναίκα του Θεοδώρα καταγόταν από εκεί, αναδείχθηκε ως μία από τις πλουσιότερες πόλεις στα χρόνια της Φραγκοκρατίας και μεσουρανούσε οικονομικά μέχρι το 1974. Σίγησε όμως στις 14 Αυγούστου του 1974, μετατρέποντας την άλλοτε «βασιλεύουσα» της Κύπρου σε πόλη- φάντασμα, που προσμένει περίλυπη το μήνυμα της Ανάστασης.
Δεν έζησα την Αμμόχωστο. Μεγάλωσα όμως γαλουχημένος με ιστορίες που έλαβαν χώρα στην Αμμοχωμένη πόλη, διηγημένες από τους γονείς μου οι οποίοι μικροί είχαν την ευλογία να αξιώσουν μια τέτοια πόλη. Έφτιαξα μέσα μου μια ιδανική εικόνα για τον τόπο καταγωγής μου. Ανήκω στη γενιά που ύμνησε την Αμμόχωστο μέσα από το σχολικό Δεν Ξεχνώ. Είμαι και εγώ ένας από αυτούς που απαίτησε απελευθέρωσή της. Αυτή η «μανία» για την Αμμόχωστο με παρακίνησε να την επισκεφθώ πριν από μερικά χρόνια. Απογοητεύτηκα. Η ερείπωση, η κατάντια και τα κατοχικά στρατεύματα αλλοίωσαν τον φυσικό χαρακτήρα της πόλης. Ωστόσο, το πρωτινό της μεγαλείο σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να γίνει αντιληπτό, μα δεν αρκεί σε μια πόλη σαν αυτή. Θέλησα να διαγράψω τις εικόνες αυτές από μέσα μου, ώστε να μείνω με την «ιδέα» της Αμμοχώστου όπως αυτή είχε δερματοστιχθεί στο μυαλό μου μέσα από τις ιστορίες και τα σχολικά εγχειρίδια, μια εικόνα αντάξια της ιστορίας και του φυσικού κάλλους της πόλης καταγωγής μου.
Η Αμμόχωστος υμνήθηκε από δεκάδες θιασώτες του πνεύματος. Η ελληνική γλώσσα, αν και πλούσια, αποδείχτηκε τελικά φτωχή στο να αποτυπώσει το μεγαλείο της Αμμοχώστου, το οποίο γίνεται περαιτέρω αντιληπτό με εικόνες παρά με λόγια ή γραπτό λόγο. Παρ όλα αυτά, δεν άφησε ασυγκίνητα μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του παγκόσμιου λογοτεχνικού στερεώματος για να την υμνήσουν μέσα από την τέχνη τους. Ο διακεκριμένος και νομπελίστας Έλληνας ποιητής Γιώργος Σεφέρης δεν μπορούσε να μη συμπεριλάβει σε ποίημά του τη θαλασσοφίλητη Αμμόχωστο, που αντανακλά την ίδια την ελληνικότητα που πρέσβευε και ο ίδιος. Εντυπωσιασμένος κάποτε από την Αρχαία Σαλαμίνα είχε γράψει κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας (1953) τη «Σαλαμίνα της Κύπρος», ένα συγκλονιστικό ποίημα, που παραλληλίζει την ήττα των Περσών από τους Έλληνες στη ναυμαχία της Σαλαμίνας με την προδιαγραφόμενη ήττα των ʼγγλων αυτήν τη φορά από τους Έλληνες της Κύπρου. Ο Σεφέρης περιγράφει ποιητικά εντέχνως τον προφητικό ξεσηκωμό των Ελληνοκυπρίων κατά των αποικιοκρατών με φόντο τη μαγευτική Σαλαμίνα, η οποία είναι φορέας δύναμης, θάρρους και αγωνιστικότητας.
Ο Παντελής Μηχανικός, με το ποίημά του «Ονήσιλος», προβάλλει το περίσσιο αγωνιστικό θάρρος του νέου βασιλιά της Σαλαμίνας, που δεν διστάζει να κονταροχτυπηθεί με το μεγαθήριο ονόματι Πέρσες. Θα πρέπει να λεχθεί ότι η Αμμόχωστος υμνήθηκε και από ξένους ποιητές. Πρόσφατα σε ένα ταξίδι μου στη Βαλκανική Χερσόνησο έμαθα ότι ένας γνωστός Βούλγαρος ποιητής του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έγραψε ένα ποίημα αφιερωμένο στην πόλη του Ευαγόρα, αναφέροντας τις ομορφιές της πόλης. Η Αμμόχωστος δεν έχει πεθάνει. Απλώς περιέπεσε σε μακρά χειμερία νάρκη. Μα θα ξυπνήσει και θα αναγεννηθεί.
Δεν μπόρεσε και ούτε θέλησε να τεθεί υπό την κυριαρχία άλλων. Χρειάζεται μόνο τους φυσικούς της κατοίκους για να καταφέρει να λειτουργήσει και να προσφέρει τα αγαθά της. Παραθέτω φράση του Μακρυγιάννη, την οποία δανείζεται ο Γιώργος Σεφέρης στο «Σαλαμίνα της Κύπρος»: «Η γης δεν έχει κρικέλια για να την πάρουν στον ώμο και να φύγουν». Η γη δεν μπορεί να μετακινηθεί από τη θέση της, ούτε και η πόλη μας. Το μόνο που ελπίζω είναι να μην ξεπουληθεί με ευτελή ανταλλάγματα, γιατί στην σημερινή κοινωνία της διαφθοράς, του χρήματος και της αναξιοπρέπειας, το προαναφερθέν ίσως είναι το λιγότερο που μπορεί να γίνει
ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
gewrgiou.giwrgos@live.com
Φιλόλογος
Author: Χρίστος Βορκάς
Ο Μουχτάρης
Ο παππούς μου Ανδρεας Πετριδης Μουχτάρης της Αγιας Ζώνης είχε τη σφραγίδα , είχε οριςθεί απο τον Εγγλέζο διοικητή και κατα τα λεγόμενα των παιδιών του υπέγραφε για να μπουν στο Νοςοκομειο όσοι ειχαν δικαίωμα, να πληρωθούν οι κρατικοί υπάλληλοι και διαχειριζόταν το Δημόσιο χρήμα που αναλογούσε στην Ενορία του. Αναφέρω τις αρμοδιότητες του Μουχτάρη σύμφωνα με όσα βρήκα στο διαδίκτυο επί Τουρκοκρατίας και Αγγλοκρατίας
Η Χωριτική Αρχή ήταν μορφή τοπικής αυτοδιοίκησης που εφαρμόστηκε στα χωριά της Κύπρου από την Τουρκοκρατία μέχρι το 1999 που καταργήθηκε . Ήταν η κατώτερη μορφή αυτοδιοίκησης στην Κύπρο.
Η αρχή αποτελούνταν από τον μουχτάρη, που ήταν και ο πρόεδρος της , και από τους αζάδες που ήταν τα μέλη της με κυμαινόμενο αριθμό ανάλογα τους κατοίκους του χωριού το κατώτερο όριο ήταν τέσσερα μέλη.
Επί τουρκοκρατίας στην αρχή διοριζόταν συνήθως κάποιος με μεγάλη περιουσία και άτομο που δεν είχε διαπράξει κάποιας μορφή έγκλημα[1]. Ο διορισμός συνεχίστηκε μέχρι το 1979 που διεξάχθηκαν οι πρώτες εκλογές για τα μέλη της αρχής και τον πρόεδρο, η αρχή από τότε εκλεγόταν κάθε πέντε χρόνια.
Οι βασικές αρμοδιότητες της αρχής ήταν η τήρηση της τάξης , η είσπραξη φόρων , έκδοση πιστοποιητικών , να ειδοποιήσει την αστυνομία , η έκδοση αδειών για κοινωφελή έργα, ανάμεσα στα καθήκοντα τους ήταν και η τήρηση ληξιαρχείου. Ο Μουχτάρης ήταν η εξέχουσα προσωπικότητα του χωριού, φιλοξενούσε στο σπίτι όλους τους επίσημους που επισκέπτονταν το χωριό . Μαζί με τον παπά θεωρούνταν οι ανώτατοι άρχοντες.
Από το 1979 η χωριτική αρχή εκλεγόταν για πέντε χρόνια, το 1999 αντικαταστάθηκε από το Κοινοτικό συμβούλιο
Το σπίτι
OΙ ΠΟΡΤΕΣ σπασμένες και τα παράθυρα σχισμένα
Χαλαρά τα φατνώματα έτοιμα να πέσουν
Κι από τους τοίχους οι ασβέστες ραγισμένοι
Σωριάζονται στο πάτωμα με κρότο κάθε τόσο.
Το σχήμα και το χρώμα του αλλάζει
Όπως η λάμψη ενός νομίσματος που έρχεται κοντά σου
Ταξιδεύοντας σε ποταμούς χεριών για χρόνια,
Και δεν υπάρχει νόμος
Να προστατεύσει αυτό το σπίτι
Ως οικοδόμημα ιδιαιτέρου και εξαισίου κάλλους
Μιας εποχής που φεύγει
Και να κριθεί διατηρητέον.
Οι χαραμάδες ανοίγουνε τη θέα
Με κάποια αδιαφορία αποκαλύπτοντας
Αυτό που τόσα χρόνια μ επιμέλεια και φροντίδα
Κρατούσε στο εσωτερικό του μυστικό
Και το περίεργο μάτι μ ενδιαφέρον προσπαθούσε να ερευνήσει.
Και τώρα που ο ήλιος χαμηλώνει στον ορίζοντα
Και η σκιά μου επιμηκύνεται και ξεπερνά το ανάστημά μου
Σχεδόν εκμηδενίζοντας την ύπαρξή μου
Φοβούμαι μήπως κι η αθέατη ομορφιά του κινδυνεύει
Γιατί το κάθε ωραίο που υπάρχει χρειάζεται το στήριγμά του
Όπως το άγαλμα χρειάζεται το βάθρο του
Όπως το ρόδο την ισχύ του κάλυκός του.
Θεοδόση Νικολάου
Καταβολές Αμμοχώστου – Μέρος Δ – Περίοδος Πτολεμαίων
Οι καταβολές της Αμμοχώστου
Περίοδος Πτολεμαίων 294-58 πχ
Οι Πτολεμαίοι κατήργησαν τα κυπριακά Βασίλεια και δημιούργησαν ενιαία διοίκηση. Κατα το παράδειγμα του Μ. Αλεξάνδρου ίδρυσαν πόλεις σε διάφορα μέρη. Ο Πτολεμαίος Β/ Φιλάδελφος ίδρυσε στην Κύπρο 3 πόλεις με το όνομα της πολύ όμορφης και έξυπνης αδελφής και γυναίκας του Αρσινόης. ( ομηρικό όνομα ) . Δύο στην επαρχία της Πάφου και μια στο χώρο που αναπτύχθηκε μετα η πόλη της Αμμοχώστου. Ο Στράβωνα καθορίζει ακριβώς τη τοποθεσίας της τρίτης αυτής Αρσινόης . Βρισκόταν μετα τη Σαλαμίνα και πριν το λιμάνι της Λεύκολλας, πιθανόν τον σημερινό Πρωταρά και το ακρωτήρι Πηδάλιο, το σημερινό Κάβο Γκρέκο. Είχε ιδρυθεί το 274 πχ ως πόλη λιμάνι που συμπλήρωσε ή αντικατέστησε εκείνο της Σαλαμίνας , όπως εκείνο αντικατέστησε παλαιότερα εκείνο της προϊστορικής Έγκωμης. Τα ίχνη της Αρσινόης βρίσκονται κάτω απο την σημερινή πόλη. Η διάρκεια ζωής της φθάνει μέχρι το πρώτο μισό του 4ου αιώνα μχ δηλαδή περισσότερο απο 6 αιώνες. Οι κήρυκες της χριστιανικής θρησκείας , ο Κύπριος Απόστολος Βαρνάβας , ιδρυτής της εκκλησίας της Κύπρου , και ο Ευαγγελιστής Μάρκος κατα τη δεύτερη αποστολική τους περιοδεία ( 49-50 μχ) πήραν καράβι απο το Κίτι για την Σαλαμίβα κι αποβιβάσθηκαν στο λιμάνι της Αρσινόης. Η πόλη καταστράφηκε απο τους σεισμούς εντάσεις 6-8 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ το 332 μχ και ενστάσεως 8-10 βαθμών το 342 μχ που έπληξαν και τη γειτονική Σαλαμίνα. Οι πληροφορίες αυτές αντλούνται απο το έργο Σταδιασμός , ναυτικό εγχειρίδιο ενός άγνωστου Έλληνα γεωγράφου που γράφτηκε κατα τον 4ο αιώνα μχ και ειναι ο πρώτος που αναφέρει για την πόλη με το όνομα Αμμόχωστος
<< απο το πηδάλιον μέχρι τα νησάκια 80 στάδια ( =14.720 μέτρα) . Υπάρχει εκεί μια έρημη πόλη που λέγεται Αμμόχωστος . Έχει λιμάνι κατάλληλο για καθε άνεμο . Όμως υπάρχουν ξέρες στην είςοδο του......>> κατα τον Πληγίο << νησάκια της Σαλαμίνος >>
Καταβολές Αμμοχώστου – Μέρος Γ – Φραγκοκρατία
Καταβολές Αμμοχώστου
Φραγκοκρατία
Επί Φραγκοκρατίας η Αμμόχωστος γίνεται η οικονομική βάση του κράτους των Λουζινιανών, ο κυριώτερες διαμετακόμιστικός σταθμός για όλο το εμπόριο της Ευρώπης με την Ανατολή και το κυριώτερες λιμάνι της Μεσογείου. Κατασκευάστηκαν νέα οχυρωματικά έργα και επεκτάθηκαν τα βυζαντινά. Χτίστηκαν μεγαλόπρεπα κτίρια όπως το βασιλικό ανάκτορο και ναοί σε ολόκληρη την πόλη , όπως των Αγίων Πέτρου και Παύλου, του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων, του Αγίου Γεωργίου των Λατίνων και ο καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου στον οποίο στέφονταν οι Λουζινιανοί βασιλιάδες της Κύπρου ως βασιλείς Ιεροσολύμων και Αρμενίας.
Η Αμμόχωστος έγινε η πιο σημαντική πόλη της Κύπρου. Ηπταν μια απο τις πλουσιότερες και ευημερούσες πόλεις του τότε κόσμου γνωστή ως Φαμακούστα. Το νέο αυτό όνομα δόθηκε απο τους επισκέπτες -θαυμαστές των αρχαίων ερειπίων της Σαλαμίνας η φήμη των οποίων αποδόθηκε στον θεωρούμενο ως βασιλιά της Κώνστα και πατέρα της Αγίας Αικατερίνης ( Fama Costi = Φήμη Κωνστα = Φαμακούστα)
Έτσι η μεσαιωνική Αμμόχωστος ξανασυνδέθηκε με τη Σαλαμίνα Κωνστάντια η οποία παλαιότερα ονομαζόταν και Αμμόχωστος μέχρι που αποκλήθηκε Παλαιά Αμμόχωστος . Και ως Φαμακούστα η Αμμόχωστος γνώρισε μεγάλη ακμή μέχρι την κατάληψη της απο τους Γενουάτες ( 1374-1464) οι οποίοι την λεηλάτησαν και την κατέστρεψαν. Η πόλη έμεινε υπό Γενουάτικη κατοχή για 90 χρόνια .
Καταβολές Αμμοχώστου – Μέρος Β – Πορεία προς την ανάπτυξη
Καταβολές Αμμοχώστου
Πορεία προς την ανάπτυξη
1878-1974
Μερος Β/
Ντόπιοι και τουρίστες επισκέπτονταν και το σπουδαίο Επαρχιακό μουσείο που βρισκόταν στη Πόλη. Περιελάμβανε μαρμάρινα αγάλματα απο το Γυμνάσιο και το Θέατρο της Σαλαμίνας . Μυκηναϊκά αγγεία και ευρήματα αντιπροσωπευτικά της πλούσιας αρχαιολογικής κληρονομιάς ολόκληρης της επαρχίας . Στη πόλη υπήρχαν και σημαντικές ιδιωτικές αρχαιολογικές συλλογές. Η πλουσιότερη απο αυτές αλλά και της Κύπρου ολόκληρης ηταν η συλλογή του Χ. Χατζηπροδρόμου. Περιελάμβανε αριστουργήματα κυπριακής τέχνης απο τη Χαλκολιθική μέχρι τη Μεσαιωνική εποχή μερικά των οποίων ηταν μοναδικά. Σπουδαία και ξακουστή ηταν και η κεραμική της Αμμοχώστου με κέντρο τα κουζάρικα της οδού Ερμού όπου κατασκευάζονταν ανθρωπόμορφα αγγεία με ξύλινες μήτρες για τα πρόσωπα και με αρχέγονες διακοσμήσεις οι οποίες παρέπεμπαν στην αρχαιοελληνική αγγειοπλαστική .
Η Αμμόχωστος φημιζόταν επίσης για τη μεγάλη εκδοτική της δραστηριότητα . Στη πόλη κυκλοφορούσαν διαφορά λογοτεχνικά και φιλολογικά περιοδικά όπως το Πυξ Λαξ , ο Κόπανος, η Σαλαμίς, οι Εστιάδες, Νέα Εποχή, το Ελεύθερο Βήμα, η Πρόοδος, η Δημιουργία και η Ακρόπολη που ενημέρωναν, ψυχαγωγούσαν και διαπαιδαγωγούσαν το αναγνωστικό τους κοινό. Τα σχολεία της Αμμοχώστου είχαν πλούσια εθνική και πολιτιστική δράση. Λειτουργούσαν νηπιαγωγεία , δημοτικά σχολεία, δημόσιες και ιδιωτικές σχολές Μέσης Παιδείας και για τα παιδιά με ειδικές ανάγκες η σχολή Αποστόλου Βαρνάβα. Λειτουργούσαν επίσης και ιδιωτικές σχολές Μέσης Παιδείασόπως το Κέντρο Ανωτέρων Σπιυδωπν Αμμοχώστου , η Σχολή CTL Academy , οι Νέοι Ορίζοντες , η Ξενοδοχειακή Σχολή Ξενία, το Famagusta Grammar , και η σχολή μόνο για κορίτσια School Saint Francis. Τα σχολεία με τις ποικίλες εκδηλώσεις τους χορωδίες ορχήστρες θεατρικές παραστάσεις κλπ αποτελούσαν κέντρα πνευματικής ζωής.
Η βιβλιοθήκη του Δημήτρη Ν. Μαραγκού με τα μοναδικά για την Κύπρο βιβλία της αποτελούσε πνευματικό θησαυρό για την πόλη . ʼλλοι πνευματικοί άνθρωποι όπως ο Γιώργος Φιλίππου Πιερίδης , ο Πώλ Γεωργίου, ο Γιώργος Σκοτεινός , η Μαρία Ιωάννου, ο Δημήτρης Λιπέρτης, ο Κυριάκος Χατζηωάννου , η Ελένη Μάτση, ο ʼνθιμος, και η Νάσω Παναρέτου, ο Ανδρέας Γαβριηλίδης, ο Παναγιώτης Σέργης, ο Μιχαήλ Κούμας, η Ελένη Χατζηπέτρου, ο Χριστάκης Χατζηπροδρόμου, ο Ευάγγελος Λουίζος , η Ευγενία Καψουράχη,η Χρυσάνθη Πιερίδου, ο Χριστάκης Μιχαηλίδης, ο Θεοδόσης Νικολάου και πολλοί άλλοι ακόμα υπηρέτησαν επίσης με τις γνώσεις τους και τα έργα τους αναδεικνύοντας τη πόλη ως το πνευματικό κέντρο της Κύπρου .
Πνευματικοί άνθρωποι, σχολεία , και πολιτιστικές δραστηριότητες συντηρούσαν ελληνικά ήθη και έθιμα και τέχνες υπενθυμίζοντας τη καταγωγή των κατοίκων της . Η ταυτόχρονη οικονομική ανάπτυξη μετέτρεψε τη πόλη της Αμμοχώστου σε ενα δυναμικό κέντρο , φυτώριο πολιτισμού και ανάπτυξης . Η ζωγραφική η ποίηση το θέατρο μαζι με τις συνεχώς αυξανόμενες πολιτιστικές εκδηλώσεις την έκαναν να σφύζει απο ζωή και τους κατοίκους της απο πνευματική και δημιουργική ευφορία . Ο πληθυσμός αυξανόταν με ταχύτατους ρυθμούς. Το 1910 είχε 5000 κατοίκους. Το 1930 λόγω κατασκευής του λιμανιού παρουσίασε τη μεγαλύτερη αύξηση του πληθυσμού της . Το 1946 έφθασε τους 17.500 κατοίκους , το 1960 στις 35.000 και το 1973 στις 39.000. Η Αμμόχωστος εξελίχθηκε έτσι στη Τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Κύπρου με μια οικονομία που ενίσχυε τον προϋπολογισμό του κράτους και την ευημερία των κατοίκων της .
Καταβολές Αμμοχώστου – Μέρος Α – Πορεία προς την ανάπτυξη
Καταβολές Αμμοχώστου
Πορεία προς την ανάπτυξη
1878-1974
( Μέρος Αʼ)
Με την άφιξη των Βρετανών το Βαρώσι των 2000 κατοίκων απεχθές να αναπτύσσεται απο κάθε άποψη. Λόγω επισκευής επέκτασης και αναβάθμισης του λιμανιού της αλλά και λόγω της σιδηροδρομικής σύνδεσης της πόλης με την πρωτεύουσα Λευκωσία στις αρχές του 20ου αιώνα δόθηκε μια ώθηση στην εμπορικότητα της . Ενώ οι Τούρκοι επέλεξαν να παραμείνουν στη παλιά πόλη χωρις προοπτική ανάπτυξης η εκτός των τειχών περιοχή αναπτυσσόταν ραγδαία και μετατρεπόταν σε μια σύγχρονη και ακμάζουσα πόλη. Είχε μια πρωτοφανή ανοδική πορεία σε όλους τους τομείς .
Η ανεξαρτησία της Κύπρου το 1960 έκανε την Αμμόχωστο να γίνει το εμπορικό και τουριστικό διαμάντι της Κύπρου . Μια πόλη υπόδειγμα πολιτισμικής αναγέννησης και οικονομικής ανάπτυξης . Τα όρια της πόλης όπως τα κατέγραψε το 1933 ο χωρομέτρης Χριστόδουλος , έφταναν δυτικά μέχρι το τρίτο μίλι του δρόμου Αμμοχώστου Λάρνακος και προχωρούσαν βορειοδυτικά στα σύνορα της Αχερίτου συνέχιζαν στα σύνορα του χωριού Έγκωμη και έφταναν μέχρι το κέντρο Κλαψίδες περνούσαν κατα μήκος της θάλασσας ανατολικά μέχρι το Μοναστηράκι ακολουθούσαν τα σύνορα του χωριού Δερύνεια και έκλειναν στο τρίτο μίλι Αμμοχώστου Λάρνακας. Απο το 1944-1974 επί Δημαρχείας Γ. Εμφιετζή , Αδάμ Αδάμαντος και Ανδρέα Πούγιουρου έγινε μεγάλη πρόοδος. Η πόλη χτίστηκε βάσει ρυμοτομικού σχεδίου . Όλοι οι δρόμοι άσφαλτοστρώθηκαν κτίστηκαν ωραία κτίρια ανοίχτηκε η λεωφόρος Κεννετυ κατα μήκος της Χρυσής Ακτής δημιουργήθηκαν πλατειες πάρκα και προσβάσεις προς τις παραλίες οι οποίες έλαμπαν απο καθαριότητα. Η Αμμόχωστος έγινε συνώνυμη της ανάπτυξης και της προόδου .
Πολιτιστική Ανάπτυξη
Επί Αγγλοκρατίας η πόλη άρχισε να ανασαίνει πνευματικά. Το 1892 υπήρχαν 3 Αρρεναγωγεία , 2 Παρθεναγωγεία , χωριστό δημοτικό σχολείο στον ʼγιο Μέμνονα, και η Ελληνική Σχολή . Το 1899 η Σχολική Εφορεία δραστηριοποιήθηκε στα Σχολεία Βαρωσίων και Αμμοχώστου ιδρύοντας και άλλα Αρρεναγωγεία και Παρθεναγωγεία . Το 1903 ιδρύθηκε ο Γυμναστικός Σύλλογος Ευαγόρας και το 1907 το ομώνυμο Λαϊκό αναγνωστήριο . Το 1911 ιδρύθηκε το σωματείο Ανόρθωσις πνευματικό φυτώριο με πλούσια αθλητική και πολιτιστική δράση που ανατινάχθηκε απο τους Βρεττανούς το 1958 δέκα χρόνια μετα την ίδρυση του σωματείου Νέα Σαλαμις (1948) . Το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώςτου ιδρύθηκε το 1923 στη βάση της Ελληνικής Σχολής . Το 1930 η Μαρία Π. Ιωάννου ίδρυσε το Λύκειο Ελληνίδων Αμμοχώστου με σημαντική προσφορά στα πολιτιστικά . Απο αυτό απεφοίτησαν σημαντικές προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών . Η Δημοτική Βιβλιοθήκη και η Πινακοθήκη που ιδρύθηκαν το 1953 και 1959 αντίστοιχα απετέλεσαν εργαστήρια πνευματικής καλλιέργειας και πολιτιστικής ανάπτυξης. Η Πινακοθήκη φιλοξένησε έργα διακεκριμένων ζωγράφων. Το 1960 δηλαδή μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου ο Κυριάκος Χατζηωάννου ίδρυσε τον Επιστημονικό και Φιλολογικό σύλλογο Αμμοχώστου που διοργάνωνε εκδηλώσεις και εξέδιδε επιστημονική επετηρίδα . Απο την ίδρυση του το 1905 ο φιλόπτωχος σύλλογος κυριών διοργάνωνε μεγάλες εορταστικές εκδηλώσεις όπως τα Ανθεστηρία και τη γιορτή του Πορτοκαλιού κάθε Μάρτιο. Οι παρελάσεις των διακοσμημένων αρμάτων με Ανθη ή πορτοκάλια ήταν ένα φαντασμαγορικό και ψυχαγωγικό θέαμα που προσήλκυε πλήθος κο?σμου κάνοντας όλη τη πόλη να πάλλεται απο χαρά κι αισιοδοξία. Στα εκπαιδευτήρια Αμμοχώστου και στο Αρχαίο θέατρο Σαλαμίνας παίζονταν αρχαίες τραγωδίες τις οποίες παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον πλήθος τουριστών .
Αγγείο ελεύθερου ζωγραφικού ρυθμού
Αγγείο ελεύθερου ζωγραφικού ρυθμού (750 600 π.Χ.) βρίσκεται στο Κυπριακό Μουσείο και είναι σήμα κατατεθέν της Κύπρου, όπως και τα μοτίβα του.
Γι′ αυτό και το πουλί στο τελευταίο ποίημα, με τίτλο «Αγγείο ελεύθερου ρυθμού», επισκοπεί τον τόπο από ψηλά και «Oculus meus», λέει, «εστί memoria». Με αναμίξ λατινικά κι ελληνικά ομιλεί το πουλί, ανακαλώντας μια γνωστή φράση του Αγίου Βερνάρδου: «Ο οφθαλμός μου είναι η ανάμνηση» βλέπουμε, δηλαδή, αληθινά μέσω της μνήμης. Το σχήμα του πουλιού ξεσηκώθηκε από το πλήθος των αγγείων ελεύθερου ζωγραφικού ρυθμού (free field style) που βρέθηκαν στην ανατολική περιοχή της Επαρχίας Αμμόχωστου. Ανάγονται στον 6ο αι. π.Χ. Το Επαρχιακό Μουσείο Αμμοχώστου είχε σημαντική συλλογή από αυτά.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ
Το Παλιό Βαρώσι – Αυλές Σπιτιών
Αγνή Μιχαηλίδη
Το Παλιό Βαρώσι
Αυλές Σπιτιών
Η αυλή ήταν πραγματικά όαση. Στο βάθος ο απαραίτητος φούρνος και στην άλλη άκρη μια κιτρομηλιά, μια ελιά, μια μουριά και τα διάφορα μυριστικά , οι βασιλικοί , οι ματζουράνες, οι τριανταφυλλιές του Μάρτη. Σε περίβλεπτο μέρος ήταν φυτεμένος ένας μεγαλοπρεπής Απήγανος. ( πήανος) . ʼφθαστο αντίδοτο στο κακό μάτι. Έπρεπε να υπάρχει σε όλα τα σπίτια . Ποιος ξέρει τι ήταν το μάτι του επισκέπτη; Αν ήταν κακό ο Απήγανος δεν άφηνε τη γουρσουζιά να μπή στο σπίτι , το κίτρινο του άνθος την έδιωχνε μακρυά.
Το γιασεμί μικρό ή μεγάλο δεν έλειπε απο κανένα σπίτι . Σκορπούσε παντού τη λεπτή του μυρουδιά τόσο που έγινε η χαρακτηριστική μυρουδιά που περίμενες οπωσδήποτε να σε κτυπήσει σε όποιο σπίτι έμπαινες.
Στην περιοχή φυσούν σχεδόν πάντα άνεμοι. Και οι κάτοικοι πολύ σοφά εξεμεταλλεύτηκαν το γεγονός αυτό. Εγκατέστησαν στις αυλές , ανεμόμυλους και τραβούσαν ανέξοδα σπο τα βάθη της γης το πολύτιμο υγρό. Το θέαμα ήταν πολύ ωραίο σαν τους έβλεπες να στριφογυρίζουν στον αέρα ασταμάτητα λες και είπαν συναγωνισμό ποιος θα γυρίζει περισσότερο στον ίλιγγο του.
Ιδιοτυπία και γενικά χαρακτηριστικά των Λινοβαμβάκων
Οι Λινοβάμβακοι ζούσαν ανάμεσα στις δυο θρησκείες, τον Χριστιανισμό και τον Μωαμεθανισμό, όχι σαν μια αυτοτελής θρησκευτική και εθνική ομάδα ή κοινότητα, αλλά σαν μια ιδιότυπη ομάδα, η οποία στα φανερά παρουσιάζονταν ενσωματωμένη στη μουσουλμανική κοινότητα του νησιού, ενώ στα κρυφά συμμετείχε στον βαθμό που οι περιστάσεις της επέτρεπαν στην χριστιανική πίστη. Είναι πολύ πιθανό ότι τόσο οι πραγματικοί Μουσουλμάνοι όσο και οι Χριστιανοί θα τους γνώριζαν, αλλά οι μεν πρώτοι τους ανέχονταν εφόσον δεν έδειχναν με οποιαδήποτε ενέργειά τους ότι αποκήρυτταν τη μουσουλμανική πίστη και λατρεία, οι δε δεύτεροι τους έβλεπαν είτε αδιάφορα, είτε με συμπάθεια, είτε με κάποια περιφρονητική διάθεση – αυτό εξάλλου υποδηλώνουν και ορισμένες από τις ονομασίες με τις οποίες είναι γνωστοί – επειδή μετέρχονταν τη μέθοδο της διπλής θρησκευτικής υπόστασης, για να εξασφαλίσουν κάποια πλεονεκτήματα, που δεν θα μπορούσαν να τα έχουν, αν έμεναν φανερά προσηλωμένοι στην πατρική τους θρησκεία και εθνότητα.
Έτσι, εφόσον οι Λινοβάμβακοι είχαν δυο ιδιότητες, όλη η ζωή τους, από τη γέννησή τους μέχρι τον θάνατό τους, ήταν μια συνεχής προσπάθεια να ανταποκριθούν στις αντιφατικές απαιτήσεις της διπλής τους υπόστασης. Σαν Μουσουλμάνοι, έπαιρναν μουσουλμανικά ονόματα.Το αγόρια σε κάποια ηλικία υποβάλλονταν σε περιτομή, αν και πολλά απ’ αυτά απέφευγαν αυτή την επέμβαση με δωροδοκία του χότζα από τους γονείς τους. Πήγαιναν στο τζαμί και ακολουθούσαν τις θρησκευτικές υποχρεώσεις και λατρευτικούς τύπους της μουσουλμανικής θρησκείας, που σχετιζόταν με τις γιορτές, τον γάμο, την κηδεία και την ταφή. Όταν οι νεαροί Λινοβάμβακοι ήσαν σε ηλικία στράτευσης, σαν Μουσουλμάνοι υπέκειντο στη στρατολογία ως κληρωτοί για πέντε χρόνια, πολλές φορές μάλιστα για υπηρεσία εκτός Κύπρου, σ’ άλλα μέρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Σε τέτοιες περιπτώσεις μάταια προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι ήταν Χριστιανοί και όχι Μουσουλμάνοι, για να αποφύγουν τη στράτευση, επειδή οι Χριστιανοί ήταν απαλλαγμένοι και πλήρωναν γι′ αυτή την απαλλαγή έναν ειδικό φόρο, που λεγόταν bedel askerie.
Από την άλλη, οι Λινοβάμβακοι, σαν κρυφοί Χριστιανοί, βαπτίζονταν στα κρυφά από Χριστιανό ιερέα και έπαιρναν χριστιανικό όνομα, με το οποίο τους καλούσαν οι δικοί τουςκαι οι όμοιοί τους, όταν υπήρχε ασφάλεια. Το χριστιανικό αυτό όνομα έμοιαζε συνήθως με το μουσουλμανικό, π.χ. Γιωσήφης – Γιουσούφ, Σολομός – Σουλεϊμαν, Αβραάμ – Ιμπραχίμ, Αντριιανού – Τουτού, Ελένη – Σιελούκκα, κλπ. (Μ.Ν. Χριστοδούλου, «Περί των Λινοβαμβάκων», Συμπόσιον Λαογραφίας, Λευκωσία, 1972, σ. 108). Παράλληλα με τη συμμετοχή τους στην μουσουλμανική λατρεία τηρούσαν με αρκετή ή λιγοστή συνέπεια τις υποχρεώσεις τους προς τη χριστιανική θρησκεία γιορτάζοντας κρυφά, σε προχωρημένες ώρες της νύχτας ή σε απομακρυσμένα από την τουρκική διοίκηση χριστιανικά χωριά ή σε ξωκλήσια, τις μεγάλες γιορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα ή τις γιορτές των τοπικών αγίων. Οι γάμοι γίνονταν ως επί το πλείστον με μέλη άλλων λινοβαμβακικών οικογενειώνκαι σύμφωνα με τον χριστιανικό τρόπο σε εκκλησία ή σε σπίτι από κάποιο ιερέα. Αλλά και γάμοι με Χριστιανούς και Μουσουλμάνους μπορούσαν να γίνουν, Ως προς την φοίτηση, σε εποχή που σε πολλά χωριά δεν υπήρχαν σχολεία, όσοι είχαν την ευχέρεια φοιτούσαν στο ελληνικό σχολείο του χωριού τους ή κάποιου κοντινού χωριού. Όταν άρχισαν να ιδρύονται και τουρκικά σχολεία, τα παιδιά των Λινοβαμβάκων ήσαν υποχρεωμένα να φοιτούν σ΄αυτά. Με την ανάπτυξη του εθνικισμού στα σχολεία αυτά οι φανατικοί Τούρκοι δάσκαλοι τους μάθαιναν την τουρκική γλώσσα και τους απαγόρευαν να μιλούν ελληνικά. Ως προς τις συνήθεις, τα ήθη και τα έθιμα, την ενδυμασία και τις λαϊκές παραδώσεις, οι Λινοβάμβακοι διέφεραν πολύ λίγο από τους άλλους κατοίκους του νησιού. Υφίσταντο και αυτοί, όπως και οι Μουσουλμάνοι, την επίδραση των Ελληνοκυπρίων, αλλά υφίσταντο ταυτόχρονα και μουσουλμανικές επιδράσεις. Όταν τέλος ερχόταν η ώρα της εγκατάλειψης της επίγειας ζωής, ζητούσαν συνήθως να τύχουν των τελευταίων φροντίδων σύμφωνα με τη χριστιανική τους θρησκεία, προτού κηδευθούν σε μουσουλμανικό κοιμητήριο σύμφωνα με τη μουσουλμανική θρησκεία.
Είναι πολύ πιθανόν ότι, όπως κατάφεραν να επιβιώσουν για τόσα χρόνια, παρά την αυξανόμενη πίεση πάνω τους για να αφομοιωθούν πλήρως με το μουσουλμανικό στοιχείο, να κατορθώσουν και στην εποχή μας, κάποιο ποσοστό τουλάχιστον Λινοβαμβάκων, να διατηρήσουν και να κληροδοτήσουν και την επόμενη γενεά τη διφυή υπόστασή τους.
Του Β. Χριστοδούλου
Πηγή: Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια
Μεταφέρθηκε στο διαδίκτυο από NOCTOC